Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011
ΣΤΗ ΔΙΑΒΟΥΒΗ ΒΥΚΑΝΗ
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ
AMÉDÉE
Την κατωφέρεια των ροδώνων μαύρου δάσους
διαστίζουν δάκρυα αδιάκριτα, ίσως κρυσταλλώδη,
με σταφυλές που σκάνε ωσάν σταλμένο ρόδι
ανάμεσα σε στόλους βράχων ατιθάσους.
Ομόλογος δασώνας στων δοντιών τους άσους
αμάλαγος ορμά απ’ τα χείλη, καταπόδι
ακολουθώντας άνθη ανθεκτικά, υδατώδη,
προς του λαιμού της και του στήθους τους πηγάσους.
Σαν τ’ άλογο που εναρμονίζεται στη μέθη
των γαλανών ματιών της –λυγμική μελάνη,
συνώνυμο ομαλό του μήλου που όλο αλέθει
παράδεισους– εγώ άλλος νά ’μουν Μοντιλιάνι
εδώ (με καλπασμούς, χωρίς αιδώ) τα έθη
του ιμέρου να τρυγώ στη διάβουβη βυκάνη.
Ετικέτες
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ,
ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ,
ΣΟΝΕΤΤΟ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου