Πέμπτη 9 Μαΐου 2024

ΣΧΕΤΙΚΟ


 

VINCENT BOUNOURE

 

ΣΧΕΤΙΚΟ

 

Οι παλιοί επιστρέφουν για να φτύσουν

Προς τις εκβολές όπου ενδιαιτώνται ακόμη

Τα γαλάζια σαν όπλα άλγη.

 

Κάποιος  κέρδισε αυτήν ακριβώς τη χειρολαβή

Που μοιάζει με τον κύκλο της απόγνωσης

Εκεί όπου αντηχεί η σαρωτική των γενεαλογιών πλημμυρίδα.

 

Η σπίθα με το φωτοστέφανο της θέλησης

Περνάει ανάμεσα από δύο νερά, ταχυδρόμος πανέμορφος.

Πίσω μας ξεπαγώνει ο καταρράκτης.

Το δε κουνάβι είναι εκεί.

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.


ΤΟΠΟΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ

 


VINCENT BOUNOURE

 

ΤΟΠΟΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ

 

Οι ευτυχείς στιγμές του χαμένου στη θάλασσα στοχασμού

Μαζί με τα τομάρια των ονάγρων και τις σφραγίδες,

Την καταστροφή μιας κιονοστοιχίας, το λυκόφως

Κάνουν να κουδουνίζει η ξύστρα.

 

Όσοι έφαγαν τη μάνα τους

Και κοιμούνται με το πεπρωμένο,

Τενάγη παγωμένα,

Έχουν την ευκινησία των μικρών σκλάβων

Να τραγουδούν ακουμπισμένοι σ’ ένα πουρναρόφυλλο.

 

Ο τόπος μπορούσε να χαμογελάσει,

Τα δε δέντρα χρωματισμένα με υπομονή

Το απόγευμα λαμπυρίζουν.

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.


ΣΚΗΠΤΡΟ

 


VINCENT BOUNOURE

 

ΣΚΗΠΤΡΟ

 

Σαν καταυλισμός μυρμηγκιών σε μια πόλη ερημωμένη λόγω ξηρασίας,

Σαν τιρκουάζ ράπισμα μέσα σε δάσος,

Η ομολογία μιας καλλονής και η επακόλουθη καταστροφή.

 

Φέρει το όλο δοκάρια στήθος της στον άγιο Λόγο,

Το στήθος της έγινε μαύρο και λούζεται σε ίσκιους αναγνωρισμένους

Κάτω από τον ουρανό που είναι εκεί και στρογγυλοκάθεται.

 

Τα χαρακτηριστικά της κερδίζονται στα κούτσουρα του τζακιού,

Το αμετάκλητο και ο θάνατος τυγχάνουν συνένοχοι

Που υπηρετούν στο ζωντανό μωσαϊκό.

 

Κι ελόγου της άφησε εν τέλει τη λέαινα στα πρόθυρα της περιφρόνησης των Ολμέκων.

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.


Τετάρτη 8 Μαΐου 2024

ΜΕ ΚΟΜΜΕΝΗ ΤΗΝ ΑΝΑΣΑ

 


VINCENT BOUNOURE

 

ΜΕ ΚΟΜΜΕΝΗ ΤΗΝ ΑΝΑΣΑ

 

Το στόμα που έχει πάνω στο μέτωπό της τρώει μια φεγγαρόπετρα.

 

Εκεί και η σφραγισμένη χόβολη.

Το ελεφαντόδοντο είναι αδιαφανές στους πυροβολισμούς,

Οι αναπαλλοτρίωτες καρφίτσες στα στριφώματα

Είναι σαν βόστρυχοι σε λαμπτήρα κεκλιμένο.

 

Ο χλομός σπινθήρας στο φαράγγι

Αναβλύζει στην όποια ροϊκή απόπειρα.

 

Το αβγό έπεσε γογγύζοντας στο στήθος της

Όντας φράχτης στ’ αγριόχορτα των αραχίδων

Και στις κλαγγές των πολυελαίων

Καθ’ οδόν προς τις γκρεμίλες.

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.


ΧΑΟΣ

 


VINCENT BOUNOURE

 

ΧΑΟΣ

 

Μόλις εσφαγιάστηκε η αυταρέσκειά μας,

Τα μπηγμένα βαθιά στη μνήμη των αγγέλων νύχια,

Κατέβηκε εκείνη κρατώντας τις ιερές πέτρες στα χέρια της.

 

Η ελευθερία κάνει τα κεφάλια να κυλούν

Τέλεια

Καθώς ξεδιπλώνει η αυγή την κόμη της επάνω στους τάφους.

 

Την ώρα του σεντεφιού

Τα θαμπωμένα θηρία

Μας σέρνουνε με αλυσίδες,

Και είναι πιο γυμνά γιατί είναι μακριά και κάτω από το χρυσάφι

Βρίσκεται το μαύρο πνιγμένο μέτωπο,

Δίχως λαλιά όμως,

Κι ενώ εμείς ευλογούμε την καθαίρεσή μας.

 

Διπλασιάστε ό,τι ποντάρατε στη ρουλέτα

Ω λυγμοί πανέμορφοι.

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.


ΤΟ ΧΕΡΙ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟΠΡΕΠΕΣ

 


VINCENT BOUNOURE

 

ΤΟ ΧΕΡΙ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟΠΡΕΠΕΣ

 

Χλωμό σαν την αυγή

Στους κύκλους της ασήκωτης νύχτας

Βγαίνει το μπουντρούμι απ’ το χειρόκτιο του χαφιέ τυφλοπόντικα

Σαν άλλη εμφάνιση του κλέφτη των δακρύων.

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.


Τρίτη 7 Μαΐου 2024

ΚΟΡΝΟΥΑΛΗ

 


VINCENT BOUNOURE

 

ΚΟΡΝΟΥΑΛΗ

 

Η όψη καλυμμένη με εγκώμια

Εξαφανίζεται ανάμεσα στους υψηλούς περίβολους που πάντα κλείνουν,

Φλόγα περιπλανώμενη,

Γυμνό δάκρυ αδέσποτο στις σκλήθρες ανάμεσα,

Το λεπίδι.

 

Το κονσερβοκούτι που ωχριά εκεί

Αφού το παιχνίδι των κρίκων εχάθηκε

Δεν είναι παρ’ απλώς καθρέφτης.

 

Η διαπυρακτωμένη σκιά και το αίμα πλημμυρίζουν το προάστιο,

Είναι μπλε του πάγου πνιγμένο σε γάλα ευφορβίας,

Που μετακινεί ένα κάστρο οσμών στον αστράγαλό του

Προηγείται της τοξίνης,

Και δη πριν ακόμα ξημερώσει.

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΠΑΘΑΣ

 


ΝΙΚΟΣ ΚΑΣΣΙΟΣ

 

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΠΑΘΑΣ

 

Τοῦ Τάσου τοῦ Χαλκιᾶ πνοὲς ἔφερνε ὁ λεβάντες

ὣς τοὺς Παξούς, νὰ μαθητεύσεις στὰ σ τ ο ι χ ε ῖ α,

καὶ πρὶν ἀκούσεις κὰν γιὰ ἐνισχυτὲς καὶ ἠχεῖα,

ἠχοῦσαν μέσα σου ἰσχυρὲς οἰκεῖες ἀβάντες.

 

Τὰ μαγικὰ τοῦ Ἀφάνα, τῶν Βορείων οἱ μπάντες

στοῦ Πειραιᾶ ἦρθαν καὶ σὲ βρῆκαν τὰ θρανία

- ἀντιλαλοῦσε ἀκόμη ὁ Μάρκος - , καὶ μανία

σὲ κύκλωσε πλατωνικὴ ἀπ’ ὅλες τὶς μπάντες.

 

Μὲ τ’ ἄλλα ἁλάνια μοιραστήκατε τοὺς ρόλους,

μιᾶς Gibson τὸ λουρὶ ἐσὺ πέρασες στὸν ὦμο,

καὶ τ’ ἄγγιγμά σου ὅταν τοὺς δαίμονες πῆρε ὅλους

 

σὲ τάστα καὶ χορδὲς ἀνάμεσα νὰ κλείνει,

τοῦ λιμανιοῦ ἔνιωθες τὸν ρόχθο μετρονόμο

κ’ εἶχες στὸ βλέμμα τῶν μεγάλων τὴ γαλήνη.


ΤΗΣ ΣΦΥΡΑΣ Η ΛΗΘΗ

 


VINCENT BOUNOURE

 

ΤΗΣ ΣΦΥΡΑΣ Η ΛΗΘΗ

 

Η ιεροτελεστία και το πάρκο το αχαμνό

Η αυστηρή ατμόσφαιρα

Ικετεύουν τα λεωφορεία.

 

Μακριά μένουν τα κουδουνίσματα χαμένα

Για τη μεγαλύτερη αποφασιστικότητά μου εμένα

Και για τον λαιμό του κηποτσιροβάκου

Ανάθημα εν μέσω ανέμου.

Σαρακοστή δε στην αγορά που βουίζει από λόγια λόγια

Στις πτυχές τρεμάμενης μετάξης.

 

Η νεόφυτη στέγη αφρόντιστη

Στη δεύτερη σιωπή μιας μόνης ώρας άνευ συνοδείας

Τυγχάνει φορέας του σημείου της αναγνώρισης.

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.


ΜΑΥΡΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ

 


ANTONIN ARTAUD

 

ΜΑΥΡΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ

 

Μαύρε ποιητή, στήθος

σε στοιχειώνει παρθενικό,

πικραμένε ποιητή, η ζωή βράζει

και η πόλη φλέγεται,

και τον ουρανό τον απορροφά η βροχή,

η δε πένα σου σέρνεται στης ζωής την καρδιά

και τήνε γρατζουνίζει.

 

Δάσος, δάσος, μάτια και μάτια μυρμηκιούν

στους πολλαπλασιασμένους κουκουναρόσπορους·

μαλλιά με καταιγίδες, οι ποιητές

ιππεύουν άλογα, σκυλιά.

 

Τα μάτια οργίζονται, οι γλώσσες επιστρέφουν,

ο ουρανός συρρέει στα ρουθούνια

σαν γάλα θρεπτικό γαλάζιο·

Κι εγώ στα στόματά σας αιωρούμαι

ω γυναίκες, ω καρδιές σκληρές και όλο ξίδι.

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.