ΑΛΩΝΑΚΙ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ
Παρασκευή 21 Μαρτίου 2025
ΒΑΣΙΛΕΙΑ
Τετάρτη 19 Μαρτίου 2025
ΑΓΩΝΙΑ
ARTHUR
RIMBAUD
ΑΓΩΝΙΑ
Μπορεί
να με κάνει άραγε Αυτή να συγχωρήσω τις διαρκώς συντριβόμενες φιλοδοξίες μου; – μπορεί ένα τέλος ευμάρειας ν’ αποκαταστήσει
τις εποχές της πενίας; – μπορεί μια μέρα όλο επιτυχίες να μας αποκοιμίσει πάνω στης
μοιραίας μας ανικανότητας το όνειδος;
(Ω
παλάμες! διαμάντι! – Έρωτα, δύναμη! – κάτι ανώτερο απ’ όλες τις χαρές και τις δόξες!
– με κάθε τρόπο δε, και παντού, οπουδήποτε, – Δαίμονα, θεέ, – Νεότητα τούτου
εδώ του όντος· περί εμού ο λόγος!)
Γίνεται
δηλαδή τα ατυχήματα της μαγείας των επιστημών και τα κινήματα της κοινωνικής
αδελφότητας να λατρεύονται ως προοδευτική επανόρθωση της πρώτης
ειλικρίνειας;...
Πλην
όμως η Βαμπίρα που μας ευγενίζει διατάζει να διασκεδάζουμε με ό,τι μας αφήνει,
αλλιώς γινόμαστε αναποδράστως φαιδρεπίφαιδροι.
Οφείλουμε
έτσι να κυλιόμαστε στις πληγές, περνώντας μέσ’ απ’ τον βαριεστημένον αέρα και
την αγέλαστη θάλασσα· μέσ’
από τα βάσανα και απ’ τα μαρτύρια όλα, από τη σιωπή των φονικών υδάτων και του
αιμοσταγούς αέρα· μέσ’
απ’ τα βασανιστήρια που γελούν την ώρα που σχίζουν την απαισίως κυματοειδή
σιωπή τους.
Μετάφραση
: Γιώργος Κεντρωτής.
ΑΥΓΗ
ARTHUR RIMBAUD
ΑΥΓΗ
Αγκάλιασα και φίλησα τη θερινή αυγή.
Τίποτα δεν εσάλευε ακόμα στου ανακτόρου την πρόσοψη. Νεκρό ήτανε το νερό. Και σκιώδεις οι καταυλισμοί δεν το εκούναγαν ρούπι απ’ τον δρόμο του δάσους. Περπάτησα – περπάτησα αφυπνίζοντας τις ζωηρές και χλιαρές πνοές, τα πετράδια έριξαν μια ματιά, τα δε φτερά υψώθηκαν εντελώς αθορύβως.
Το πρώτο συναπάντημα έγινε στο μονοπάτι το ήδη γεμάτο δροσερές και συνάμα κάτωχρες φολίδες λάμψεων: ένα λουλούδι ήτανε που μού ’πε τ’ όνομά του.
Με τον ξανθό καταρράχτη που ξεμαλλιάστηκε ανάμεσα στα έλατα εγέλασα: στην ασημωμένη κορυφή τους τη θεά αναγνώρισα.
Τότε και ανασήκωσα έναν-έναν τους πέπλους. Στην αλέα, κουνώντας τα χέρια. Σ’ ολόκληρο τον κάμπο, όπου και την ανέφερα στον πετεινό. Στη μεγάλη πόλη μού τό ’σκασε ανάμεσα απ’ τα καμπαναριά και τους τρούλους, κι εγώ μετά, τρέχοντας σαν τον ζητιάνο στις μαρμάρινες αποβάθρες, είχα πιάσει να τήνε κυνηγάω.
Ψηλά πάνω στον δρόμο, πλάι σ’ ένα δαφνόδασο, την ετύλιξα με τα μαζεμένα της πέπλα και ανεπαισθήτως ένιωσα το απέραντο σώμα της. Η αυγή και το παιδί στου δάσους έπεσαν τα χθαμαλά.
Όταν εξύπνησα είχε πάει πια μεσημέρι.
Μετάφραση
: Γιώργος Κεντρωτής.
Τρίτη 18 Μαρτίου 2025
ΒΙΒΛΙΑ... ΒΙΒΛΙΑ...
ΜΥΣΤΙΚΙΣΤΙΚΟ
ARTHUR RIMBAUD
ΜΥΣΤΙΚΙΣΤΙΚΟ
Στην πλαγιά
του αναχώματος οι άγγελοι τσαλακώνουν τις μάλλινες εσθήτες τους στις ατσάλινες
και σμαραγδένιες χλόες.
Φλόγινοι
λειμώνες χοροπηδούν ίσαμε την κορυφή τού σαν μαστάρι γήλοφου. Αριστερά τα
κοπροχώματα των παρυφών τσαλαπατιούνται απ’ όλες τις ανθρωποκτονίες και απ’
όλες τις μάχες, της δε καταστροφής όλες οι κλαγγές σέρνουνε τη γραμμή του δρόμου τους. Πίσω απ’ τη δεξιά παρυφή γράφεται
η γραμμή της ανατολής, της προόδου.
Και ενόσω τη
μπάντα στο επάνω μέρος του πίνακα τη σχηματίζουν η περιστρεφόμενη και πηδηχτή βουή
κοχυλιών βγαλμένων από πλήθος θάλασσες και ανθρώπινες νύχτες,
η ανθισμένη
γλυκύτητα των αστεριών και του ουρανού και οτιδήποτε άλλου ροβολάει στην πλαγιά
απέναντι, σαν καλάθι, — φάτσα-φάτσα με το πρόσωπό μας, κάνει
την άβυσσο ν’ ανθίζει, αλλά και όλο το εκεί αποκάτω γαλάζιο.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Δευτέρα 17 Μαρτίου 2025
ΓΙΟΡΤΗ ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΗ
ARTHUR RIMBAUD
ΓΙΟΡΤΗ
ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΗ
Βουίζει ο καταρράκτης
πίσω από τα καλυβόσπιτα της οπερέτας. Πολυέλαιοι μακραίνουν συνέχεια μες στα
κηποπερίβολα και τις αλέες πλάι στον Μαίανδρο τις πράσινα και τις κόκκινες χρόες
του ηλιογέρματος. Του Οράτιου οι Νύμφες με κομμώσεις σε στυλ Πρεμιέ Αμπίρ –
Κυκλικοί Χοροί σιβηριανοί, του δε Φραγκίσκου Μπουσέ κινέζικοι.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ
ARTHUR RIMBAUD
ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ
Αρκετά είδα. Το όραμα
το απάντησα σ’ όποιον αέρα κι αν επήγα.
Αρκετά
απόκτησα. Βουή των πόλεων, το βράδυ, μα και με τον ήλιο, πάντοτε.
Και
αρκετά έμαθα. Τους σταθμούς του βίου. – Ω Βουή και ω Οράματα!
Ώρα
γι’ αναχώρηση τώρα μες στην καινούργια αφοσίωση και στους νέους θορύβους!
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Σάββατο 15 Μαρτίου 2025
ΘΑΛΑΣΣΟΓΡΑΦΙΑ
ARTHUR
RIMBAUD
ΘΑΛΑΣΣΟΓΡΑΦΙΑ
Τ’ ασημένια και τα μπρούντζινα κάρα –
Οι χαλύβδινες και οι ασημένιες πλώρες –
Δέρνουν τους αφρούς, –
Τις ρίζες αροτριώνουν των βάτων.
Του ρεικότοπου τα ρεύματα,
Οι απέραντοι της άμπωτης ολκοί
Τραβούν μαζί όλο κύκλους-κύκλους κατά την Ανατολή,
Προς τους στύλους του δάσους, –
Προς τους κορμούς του μόλου,
Που τις άκρες του στρόβιλοι φωτός τις βαράνε.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
ΑΡΧΑΪΚΟ
ARTHUR RIMBAUD
ΑΡΧΑΪΚΟ
Ω του Πανός γιέ εσύ, τρισχαριτωμένε!
Στο μέτωπό σου ολόγυρα, το στεφανωμένο όλο με μούρα
και με ανθάκια, τα μάτια σου, δυο σφαίρες πολύτιμες, συνέχεια αναδεύουν και αναδεύονται.
Λεκιασμένες από οινολάσπες φαιόχρωμες οι παρειές σου
έχουνε σκαφτεί κι έχουν γουβιάνει. Αστράφτουν
οι κυνόδοντες σου. Το στήθος σου
μοιάζει κίθαρις, ντιντινίσματα κυκλοφορούν στους ξανθούς σου βραχίονες.
Η δε καρδιά σου χτυπάει σε αυτή τη μήτρα όπου και κοιμάται
το διπλό το φύλο. Μα βγες εσύ τώρα
και προχώρα τη νύχτα, σειώντας απαλά, τρισάπαλα αυτή τη γάμπα, αυτόν τον
δεύτερο μηρό και τούτη την αριστερή την κνήμη.
Μετάφραση: Γιώργος
Κεντρωτής.