FEDERICO GARCÍA
LORCA
ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΜΠΑΚΑΛΟΓΑΤΟΥ
Στο
Μπουένος Άιρες είναι κάποια γκάιντα
επάνω
απ’ τον φιδίσιο Ρίο δε λα Πλάτα
που
με τη γκρίζα του βρεγμένη ανάσα
τήνε
φυσάει ο Βοριάς και παίζει.
Κατακαημένε
μου Ραμόν δε Σισμούντι!
Στην
οδό Εσμεράλδα ο Βοριάς
ξεσκονίζει
ολοένα ξεσκονίζει
τους
χιλιοσκονισμένους ξένους.
Στους
απέραντους τους δρόμους
περνοδιαβαίνουνε
οι Γαλιθιάνοι
και
ονειρεύονται λαγκάδια απίθανα
στις
πράσινες της πάμπας όχθες.
Κατακαημένε
μου Ραμόν δε Σισμούντι!
Της
πατρίδας του τα τραγούδια άκουγε,
όσην
ώρα εφτά ταύροι φεγγαρίσιοι
βοσκούσαν
μες στις αναμνήσεις του.
Επήγε
στου ποταμού την όχθη – στου τρανού
του
Ρίο δε λα Πλάτα την όχθη επήγε.
Βουβά
άτια και ιτιές εκεί
τσακίζαν
των νερών τα κρύσταλλα.
Μα
δεν απάντησε εκεί το βογκητό
το
μελαγχολικό της γκάιντας
ούτε
είδε τον τεράστιο γκαϊντατζή
που
από το στόμα του φτερά πετιούνται.
Κατακαημένε
μου Ραμόν δε Σισμούντι!
Επάνω
απ’ τον Ρίο δε λα Πλάτα
και
μες στο μουδιασμένο δειλινό
ό,τι
κατάφερες να δείς ήταν μια μάντρα –
μια
μάντρα κρεμεζιά από λασποπηλό φτιαγμένη.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου