Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2012

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ


 Προκήρυξη 1ου Πανελλήνιου Ποιητικού Διαγωνισμού

για το βραβείο «Περιοδικό “Πόρφυρας” Γιώργος Ν. Κάρτερ»


***


Το περιοδικό «Πόρφυρας» προκηρύσσει τον 1ο Πανελλήνιο Ποιητικό Διαγωνισμό ανέκδοτης ποιητικής συλλογής. Επιτρέπεται η συμμετοχή Ελληνίδων και Ελλήνων, ανεξαρτήτως ηλικίας, γραμματικών γνώσεων, επαγγελματικών ασχολιών κ.λπ., είτε κατοικούν στην Ελλάδα και Κύπρο είτε διαμένουν μόνιμα ή προσωρινά στο εξωτερικό, εφόσον έχουν την ελληνική ή κυπριακή υπηκοότητα. Αποκλείονται τα μέλη της εκδοτικής ομάδας του περιοδικού.
Οι ποιητικές συλλογές που θα σταλούν για τον διαγωνισμό πρέπει:

1) Να μην έχουν εκδοθεί, να μην έχουν δημοσιευθεί μεμονωμένα ποιήματα της συλλογής, ούτε να έχουν αναρτηθεί εν όλω ή κάποια από τα ποιήματα αυτά στο διαδίκτυο, ούτε να είναι εν αναμονή αποτελεσμάτων από άλλο διαγωνισμό.

2) Να είναι πληκτρολογημένες και εκτυπωμένες ανά φύλλο, σε τρία αντίτυπα κάθε συλλογή.

3) Να είναι τουλάχιστον 24 ωφέλιμες σελίδες. Αν ή έκταση κάποιου ή κάποιων ποιημάτων είναι μεγαλύτερη από μία σελίδα, ισχύει και πάλι η έκταση των τουλάχιστον 24 ωφέλιμων σελίδων. Ως σελίδα υπολογίζεται η σελίδα Α4, γραμματοσειρά 12 στιγμών.

4) Θα βραβευθεί μία συλλογή με χρηματικό βραβείο 2.000 € (χορηγία του ποιητή Γιώργου Ν. Κάρτερ).

5) Οι συλλογές να στέλνονται με ψευδώνυμο, μαζί σ’ ένα φάκελο. Στο άνω μέρος όλων των σελίδων και των αντιτύπων της συλλογής να αναγράφεται το ψευδώνυμο, πληκτρολογημένο με τα ίδια στοιχεία των ποιημάτων. Σε δεύτερο μικρότερο αδιαφανή κλειστό φάκελο, που θα πρέπει να συνοδεύει τις συλλογές μέσα στον αρχικό φάκελο, ο υποψήφιος εξωτερικά θα αναγράφει το ψευδώνυμό του, μόνο αυτό, και μέσα τα πραγματικά του στοιχεία (όνομα, επίθετο, διεύθυνση, τηλέφωνα και e mail, αν υπάρχει). Οι δεύτεροι αυτοί μικρότεροι φάκελοι δεν θα παραδοθούν στην κριτική επιτροπή αλλά θα φυλαχθούν στο αρχείο του περιοδικού. Ένας και μοναδικός φάκελος απ’ αυτούς θα ανοιχθεί από τον «Πόρφυρα» μόνο σε περίπτωση βράβευσης της αντίστοιχης συλλογής. Πέραν του μικρότερου φακέλου που θα ανοιχθεί, οι υπόλοιποι μικροί φάκελοι με τα ονόματα θα καταστραφούν χωρίς ν’ ανοίξουν, με σύνταξη πρακτικού καταστροφής από την εκδοτική ομάδα του «Πόρφυρα».

6) Τα έργα θα κριθούν από 3/μελή κριτική επιτροπή συγγραφέων εγνωσμένου κύρους, οι οποίοι θα παραλάβουν μόνο τις συλλογές. Τα ονόματα των κριτών θα ανακοινωθούν με τη δημοσιοποίηση του αποτελέσματος.

7) Οι υποψήφιοι / υποψήφιες μπορούν να αποστείλουν τα έργα τους έως την 31η Δεκεμβρίου 2012 στη διεύθυνση: Περιοδικό «Πόρφυρας», Τ.Θ. 206, 49100 Κέρκυρα, με απλή (όχι συστημένη) επιστολή, χωρίς αναγραφή ονόματος αποστολέα. Οι ημερομηνίες της αποστολής θα εξακριβώνονται από τις σφραγίδες των ΕΛ.ΤΑ. Δεν θα γίνονται επιβεβαιώσεις της παραλαβής των φακέλων, αφού δεν θα έχουμε στη διάθεσή μας τα πραγματικά στοιχεία.

8) Η μη τήρηση έστω και ενός από τους παραπάνω όρους του διαγωνισμού συνεπάγεται τον αποκλεισμό του υποψηφίου.

9) Η απονομή του βραβείου θα γίνει σε επίσημη τελετή κατά το πρώτο εξάμηνο του 2013 στην αίθουσα εκδηλώσεων της Εταιρείας Κερκυραϊκών Σπουδών (Μουσείο Σολωμού – Κέρκυρα). Η συγκεκριμένη ημερομηνία θα ανακοινωθεί και θα δημοσιοποιηθεί εγκαίρως.
Περισσότερες πληροφορίες στο τηλέφωνο 6945 074944 (Δημ. Κονιδάρης, μετά την 11η πρωινή κάθε μέρα) και στην ηλεκτρονική διεύθυνση: dimkonidaris@yahoo.gr

ΠΡΟΤΟΥ ΤΑ ΔΥΟ-ΤΡΙΑ ΑΥΤΑ ΣΤΕΓΝΩΣΟΥΝΕ ΦΙΛΙΑ



JAROSLAV SEIFERT


ΠΡΟΤΟΥ ΤΑ ΔΥΟ-ΤΡΙΑ ΑΥΤΑ ΣΤΕΓΝΩΣΟΥΝΕ ΦΙΛΙΑ

Προτού τα δυό-τρία αυτά στεγνώσουνε φιλιά
στο μέτωπό σου επάνω
  εδώ κι εκεί
εσύ θα γονατίσεις για να πιείς σκυφτή
νερό αργυρό απ’ τον καθρέφτη μέσα
και άμα τυχόν κανείς δεν θά ’ναι ’κεί να βλέπει
τα χείλη του θ’ αγγίξεις με το στόμα σου.

Πάει καιρός που πιο σβέλτο κι απ’ τα δάχτυλα
του γλύπτη στη συμπαγή κρητίδα
το αίμα σου ανυπόμονο λαξεύει
από μέσα εσένα το κορμί σου.

Μακάρι και να γράπωνα αχ
τη νεανική σου κόμη,
να την εσήκωνα επάνω από τη ράχη σου –
πιότερο μοιάζουν τα μαλλιά σου με φτερά
και παραβγαίνοντάς τα εγώ θά ’φτανα πρώτος
εκεί

  εκεί, μπροστά στα ίδια σου τα μάτια
και στον απώτατο μυχό του αέρα,
όπου είναι το μέγα, απόκρημνο, δονούμενο
πασίγλυκο μηδέν
  και αστράφτει.



Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.


ΜΟΝΤΑΛΕ!



EUGENIO MONTALE


SPESSO IL MALE DI VIVERE

Spesso il male di vivere ho incontrato:
era il rivo strozzato che gorgoglia,
era l'incartocciarsi della foglia
riarsa, era il cavallo stramazzato.

Bene non seppi, fuori dal prodigio,
che schiude la divina Indifferenza :
era la statua della sonnolenza
del meriggio, e la nuvola, e il falco alto levato.

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2012

ΠΙΕΡΛΟΥΙΤΖΙ ΚΑΠΠΕΛΛΟ




PIERLUIGI CAPPELLO


ALLORA LA NOTTE DIVENTA CIELO NELLA NOSTRA BOCCA

Qualche volta, piano piano, quando la notte
si raccoglie sulle nostre fronti e si riempie di silenzio,
e non c’è più posto per le parole
e a poco a poco si raddensa una dolcezza intorno
come una perla intorno al singolo grano di sabbia,
una lettera alla volta pronunciamo un nome amato
per comporre la sua figura; allora la notte diventa cielo
nella nostra bocca, e il nome amato un pane caldo, spezzato.

ΜΕΤΑΦΡΑΖΕΙ Ο ΡΙΤΣΟΣ, ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Η ΖΟΡΜΠΑΛΑ



Ανάρτησή μου στο γιουτιούμπ

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΖΟΡΜΠΑΛΑ


ΧΡΥΣΟΠΡΑΣΙΝΗ ΙΒΟΥΣΚΑ

Η αυγούλα λάμπει πάνω στα νερά
ίβουσκά μου ιτιά μου πάει μου τη χαρά
χρυσοπράσινη ίβουσκα θαμπογέρνεις στο νερό
πές μου πές μου πού θα τον βρω αυτόν που αγαπώ

Κάτω απ’ τα κλαδιά σου έβρισκα τον νιό
κάθε φύλλο δείχνει κείνο τον καιρό
χρυσοπράσινη ίβουσκα θαμπογέρνεις στο νερό
πές μου πές μου πού θα τον βρω αυτόν που αγαπώ

Κι έφυγε ο καλός μου μαύρη μου η ψυχή
σώπασε τ’ αηδόνι κι είμαι μοναχή
χρυσοπράσινη ίβουσκα θαμπογέρνεις στο νερό
πές μου πές μου πού θα τον βρω αυτόν που αγαπώ



Στίχοι: Василий Алферов.
Μουσική: Григорий Пономаренко.
Μετάφραση: Γιάννης Ρίτσος.


**************************

Ивушка

Зорька золотая светит над рекой,
Ивушка родная, сердце успокой.
Ивушка зелёная, над рекой склонённая,
Ты скажи, скажи не тая, где любовь моя.

Были с милым встречи у твоих ветвей,
Пел нам каждый вечер песни соловей,
Ивушка зелёная, над рекой склонённая,
Ты скажи, скажи не тая, где любовь моя.

Но ушёл любимый, не вернётся вновь,
С песней соловьиной кончилась любовь.
Ивушка зелёная, над рекой склонённая,
Ты скажи, скажи не тая, где любовь моя.
Ты скажи, скажи не тая, где любовь моя.

Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2012

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟ 1893 ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ Ο ΣΚΑΡΙΜΠΑΣ


ΑΛΕΞΑΝΤΑΡ ΒΟΥΤΣΟ!


ALEKSANDAR VUČO (1897-1985)


HUMOR ZASPALO


Svu noć kroz usta ulice
Curila spavaća kafa
Svu noć se u postelji nemira
Pod obrvom krvave tamnice
Na panterskim rukama babice
Porađala trula žirafa

Jedno je dete u vosku
Najnižeg varoškog rafa
Glodalo bačenu kosku

Jedno bi dete moglo
(Kada bi samo smelo)
Da zakolje čitavo selo

Svu noć sam pod skutom stanice
Sa plućima od bele hartije
Čekao zakusku srca...

Jedno je drvo na drumu
Krvlju koja iz očiju štrca
Čuvalo užasnu šumu
Na ledeno lenjim minama
na pesnici ledeno lenjih požara

Jedno bi drvo na drumu
Moglo (kada bi htelo)
Da zapali čitavu šumu

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΤΟΥ ΑΛΝΤΟ ΦΑΜΠΡΙΤΣΙ


Αφιερωμένο στον Παναγή Αντωνόπουλο

ALDO FABRIZI


ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ


Απάνω σ’ ένα –λέει– είμουνα βουνό, ίδιος γίγας,
και με ντουντούκα εφώναζα ’κεί πέρα γύρω:
«Λαέ μου, που όλο αλλάζεις πάντα επί τα χείρω,
για κόπιασε! Έχει μάσα, έλα να φάς!» Κι επήγα σ’

ωραίον τόπο, ωσάν σε γαϊτανάκι ρήγας,
και στ’ όργιο εκεί το μέγα εγώ έβαζα κλήρο
τις μάζες ποιός του al dente σπαγκετιού με χοιρο-
μπριζόλες θα τρώει: ο τσιφλικάς, μα και ο κολλήγας!

Τους κύριους είδα συναγμένους με μπατίρια
να φτιάχνουν πλήθη αλλόκοτα με δίχως ταίρι:
της πάστας όλοι δούλοι, και ο οίνος στα ποτήρια.

Από ψηλά βλέπει ο Θεός, και νά τος ξεμπουκάρει:
«Για μιά στιγμή!» (πιρούνα εκράδαινε στο χέρι)•
«Εμένα, ρε, ξεχάσατε; – που να σας πάρει!...»


Μεταφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΦΡΕΝΤ ΜΠΟΥΣΚΑΛΙΟΝΕ




Ανάρτησή μου στο γιουτιούμπ

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο FRED BUSCAGLIONE


LE BAMBOLE D’ITALIA

M'hanno incastrato, ridimensionato,
addomesticato, quasi rimbambito,
ma le bambole d'Italia
io le porto sempre quì.

Chiudete gli occhi e vi dico come son.
Hanno del buono, ma molto buono,
con quello stile da supermolleggiate,
con un sorriso vi fanno impazzir.

Mi spiace tanto
ma qui, per villeggiare,
voi mi capite,
non posso più restar.

Perché le bambole d'Italia,
sapete com'é,
ce l'hanno scritto sulla maglia
che aspettano me.

Ragazzi, quindi me la batto,
quì in conserva non ci stò.
O per mezzo dei legali,
o firmando tre cambiali, in Italia tornerò.

Ormai le bambole d'Italia
son pazze perchè
ho il bacio stanco alla vaniglia
che sa di frappè.

Organizzate in sindacato,
faran saltar pure la NATO
se in Italia
di filato non andrò.

E se le bambole d'Italia
son fatte così,
domani all'alba, con la sveglia,
io scappo di quì.

Vivendo sogni troppo audaci,
sono in ritardo con i baci,
non ci resisto, fumo tutto, sapete com'é,
perché le bambole d'Italia aspettano me.

Perchè le bambole d'Italia aspettano me!



Στίχοι: Leo Chiosso.
Μουσική: Fred Buscaglione.

ΚΑΡΛΟΣ ΠΕΓΙΣΕΡ!


CARLOS PELLICER


ELEGÍA NOCTURNA

Ay de mi corazón que nadie quiso
tomar entre mis manos desoladas.
Tú viniste a mirar sus llamaradas
y le miraste arder claro y sumiso.

(El pie profundo sobre el negro piso
sangró de luces todas las jornadas.
Ante los pies geográficos, calladas,
tus puertas invisibles, Paraíso.)

Tú que echaste a las brasas otro leño
recoge las cenizas y al pequeño
corazón que te mueve junta y deja.

Alguna vez suspirarás, alguna
noche de soledad oirás mi queja
tuya hasta el corazón como ninguna.

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2012

ΡΟΝΤΟ ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟ




ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ


ΡΟΝΤΟ ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟ

Ανάκουστη του σύμπαντος διαρμόνια η άρπα
σε κάλεσε γκρεμούς πυρός να κατοικήσεις.
Ψηφίδες σπέρματος στη μεταξένια εσάρπα –
τις είχανε αποθέσει ο Όσιρις και η Ίσις

και παρασήμαιναν τη νομιμοφροσύνη
σε Δωδεκάδελτους που η Κυθέρεια ευθύνει.
Ανάκουστη του σύμπαντος διαρμόνια η άρπα
σε κάλεσε γκρεμούς πυρός να κατοικήσεις.

Πυρός που αντί να φλέγει σ’ ευδροσίζει – πάγος
με μι’ αποφατική του ψύχους υποθήκη
καθώς εκδιώκει αποφασιστικά όποιο άγος

και σπέρνει μουσική ανάκουστη εκεί που ανήκει.
Ανάκουστη του σύμπαντος διαρμόνια η άρπα
σε κάλεσε γκρεμούς πυρός να κατοικήσεις.

ΤΖΟΒΑΝΝΙ ΡΑΜΠΟΝΙ!




GIOVANNI RABONI


SVEGLIAMI, TI PREGO

Svegliami, ti prego, succede ancora
d’implorare in un sogno a questa tenera
età, aiutami, fa’ che non sia vera
l’oscena materia del buio. Sfiora

allora davvero una mano il mio
corpo assiderato e di colpo so
d’averti chiamata e che non saprò
più niente.

ΟΙ ΟΜΠΡΕΛΕΣ




ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΖΙΑΣ


ΟΙ ΟΜΠΡΕΛΕΣ

Γυναίκες-ομπρέλες του ήλιου, εστεμμένες
της βροχής, νοικοκυρές με μπαλτάδες,
κυρίες ηλικιωμένες με μαστίγια, νιόπαντρες
με κόκκινα αλεξικέραυνα.

Αγέλη των συζύγων, αγαπημένοι της καταιγίδας ,
ομπρέλες στον κίτρινο σταθμό λικνίζονται,
θηλυκοί ακροβάτες, έντιμες, ερωτευμένες.

Περιπλανώμενες στο παζάρι του κόσμου
μαζεύουν αμπιγέρ, νεφροπαθείς, αλλαντοπώλες,
χασάπηδες, άρρενα που σκόρπισαν φεύγοντας
στην εξορία του μέικ-απ, στις ηδονές των σωμάτων.

Σύζυγοι της νύχτας τις μέρες που βρέχει
τρέξτε στους σταθμούς, εφημερεύουν
οι γυναίκες ομπρέλες, υπάκουες ενάρετες αντίζηλες.



Από το βιβλίο: Γιώργος Κοζίας, «41ος Παράλληλος», Εκδόσεις Στιγμή, Αθήνα 2012, σελ. 15.

ΠΑΙΖΕΙ Η ΟΡΧΗΣΤΡΑ ΤΟΥ ΟΣΒΑΛΔΟ ΦΡΕΣΕΔΟ



Ανάρτησή μου στο γιουτιούμπ:

ΠΑΙΖΕΙ Η ORQUESTA TÍPICA OSVALDO FRESEDO: CARTA BLANCA

ΕΦΡΕΝ ΡΕΒΟΓΕΔΟ!

EFRÉN REBOLLEDO (1877-1929) 


EL BESO DE SAFO

Más pulidos que el mármol transparente,
más blancos que los blancos vellocinos,
se anudan los dos cuerpos femeninos
en un grupo escultórico y ardiente.

Ancas de cebra, escorzos de serpiente,
combas rotundas, senos colombinos,
una lumbre los labios purpurinos,
y las dos cabelleras un torrente.

En el vivo combate, los pezones
que se embisten, parecen dos pitones
trabados en eróticas pendencias,

y en medio de los muslos enlazados,
dos rosas de capullos inviolados
destilan y confunden sus esencias.

Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2012

ΑΠ’ ΤΟ ΑΝΤΡΟ




Δ.Π. ΠΑΠΑΔΙΤΣΑΣ


ΑΠ’ ΤΟ ΑΝΤΡΟ

Α, νά ’βγω απ’ την ψυχή μου κρύος αγέρας
πετρόζωστος αγέρας σε άφωτο άντρο
ή νά ’βγω απ’ την ψυχή μου άναρθρος ήχος
στου φεγγαριού το αργυροδίνητο έλος
ν’ αστράψω, δίχως

να πέσει πάνω μου ηλιαχτίδα ή αστροπελέκι
που να με λιώσει και να λάμψω
στην άζωη διαδρομή μου πεφταστέρι.
Α, νά ’βγω απ’ την ψυχή μου άναρθρος ήχος
θεόπνοο αγέρι

θά ’ταν σαν να το ρούφαα το άσπρο φως σου
που μου μηνούσε απ’ τα φαράγγια του άδη.
Το άσπρο σου φως απόν και παρουσία
του ερωτικού σπασμού, κι εντός σου
ως αναρίγησα στο πρώτο μου σκοτάδι
με τάισες πάμφωτη αμβροσία.

Ρίγος μου πρώτο και πηγή μου αρχαία
και ρίζα μου αξεδίψαστη που οδεύει,
των κυττάρων μου ασίγαστη μανία
δώσε όνομα καινούριο στα εκμαγεία
που μ’ επαναλαμβάνουνε στα ερέβη
κρυφή αρμονία.

           15.1.1985



Από την ποιητική συλλογή «Το προεόρτιον» (1986).
Από το βιβλίο: Δ.Π. Παπαδίτσας, «Ποίηση», Ευθύνη, Αθήνα 1997, σελ. 501.

ΤΑΞΙΔΙΩΤΗΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ




ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΝΑΝΑ ΜΟΥΣΧΟΥΡΗ


ΤΑΞΙΔΙΩΤΗΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

Εδώ σ' αυτό το παραθύρι
κοντά μου κάποτε είχες γείρει
κι από του ήλιου το ποτήρι
να πιούμε μου 'λεγες το φως.

Σκοτάδι τώρα πέφτει μπρος μου
μετρώ την ερημιά του κόσμου
κι εσύ που ήσουν αδερφός μου
λυγμός απόμεινες κρυφός.

Πού πας του ονείρου ταξιδιώτη
στερνή αγάπη μου και πρώτη,
από το χρόνο τον προδότη
ποτέ δε γλίτωσε κανείς.

Πού πας πουλί κατατρεγμένο
πού πας κυνηγημένο τρένο,
σε ποιό σταθμό να περιμένω
μπροστά μου πάλι να φανείς;



Στίχοι: Νίκος Γκάτσος.
Μουσική: Γιώργος Χατζηνάσιος.

ΚΑΠΟΤΕ ΤΕΛΕΙΩΝΟΥΝ ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ




ΣΤΕΛΙΟΣ Θ. ΜΑΦΡΕΔΑΣ


ΚΑΠΟΤΕ ΤΕΛΕΙΩΝΟΥΝ ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ

Κάποτε τελειώνουν οι λέξεις,
όσες επινόησες κι αυτές
που κωδικοποιήσαμε για την περίστασή μας·
κι αρχίζει το μαρτύριο των παύσεων και της σιωπής.

Προσπαθείς να καλύψεις τα κενά
επαναλαμβάνοντας τα ίδια και τα ίδια,
πνίγοντας την αμηχανία με τίτλους εφημερίδων
σε ειδήσεις ξεχασμένες κιόλας πριν εκφωνηθούν.
Προσπαθείς,
δεν είναι ακόμη η ώρα, λες
και υποχωρείς για άλλη μια φορά,
να θρηνήσεις τις απώλειες της αναβολής,
να κηδέψεις τις αυταπάτες
που με τόση αφέλεια καλλιέργησες.

Και τώρα, να! πάλι ζωντανεύουν
και σε κάνουν να ψάχνεις ξανά για λέξεις
ξανά για προφάσεις ομιλίας,
κι ας έχεις πια συνειδητοποιήσει
πως τα λόγια σύντομα θα στερέψουν
και οι παύσεις και οι σιωπές
το ίδιο παιχνίδι μαζί σου πάντα θα παίζουν.



Από το βιβλίο: Στέλιος Θ. Μαφρέδας, «Υπόκλιση στον αυτουργό», Οι Εκδόσεις των Φίλων, Αθήνα 2012, σελ. 49.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΡΟΜΠΕΡΤΟ ΜΟΥΡΟΛΟ




Ανάρτησή μου στο γιουτιούμπ

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ROBERTO MUROLO


'NA VOCE, 'NA CHITARRA E 'O POCO 'E LUNA

'Na voce, 'na chitarra e 'o poco 'e luna
e che vvo cchiu pe fà 'na serenata
pe suspirà d'ammore chiano chiano
parole doce e 'nnamurate
te voglio bene, tanto tanto bene
luntana 'e te nun pozzu cchiu campà.
'Na voce, 'na chitarra e 'o poco 'e luna
e comm'è doce chesta serenata
a vocca toia s'accosta cchiu vicina
e tu te strigne a mme cchiu appassionato
cu 'na chitarra e nu filille 'e voce
cu te vicine canto e so felice
ammore nun pozzu cchiu scurdarme 'e te.
Te voglio bene, tanto tanto bene
luntana 'e te nun pozzu cchiu campà.
'Na voce, 'na chitarra e 'o poco 'e luna
e comm'è doce chesta serenata
a vocca toia s'accosta cchiu vicina
e tu te strigne a mme cchiu appassionato
cu 'na chitarra e nu filille 'e voce
cu te vicine canto e so felice
ammore nun pozzu cchiu scurdarme 'e te.



Στίχοι: Ugo Calise.
Μουσική: Carlo Alberto Rossi.

ΧΟΣΕ ΜΑΡΙΑ ΙΝΟΧΟΣΑ!

JOSÉ MARIA HINOJOSA (1904-1936)


SIEMPRE ELLA

Precisamente porque estaba sola
tendida en una rama de la noche
no quise vadear el arco iris
para unir en un beso nuestras voces.

Ella guardaba dentro de sus ojos
una pareja de palomas blancas,
ella tenía dentro de sus párpados
la nieve derretida de sus lágrimas.

Esta noche de seda, cómo cruje
y se hace toda ecos, a mi paso,
ocultando en sus pliegues las palabras
que escapan sin querer de nuestros labios.

Precisamente porque estaba sola,
yo me había disuelto con el aire,
dejó volar aquel par de palomas.

Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2012

ΕΝΑ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ



Παίζει ο Λουί ντε Φυνές. Ευχαριστίες στον Χρήστο Ψ.

Δυστυχώς τα πράγματα δεν είναι έτσι. 
Είναι πολύ χειρότερα.

ΚΑΘΩΣ ΥΔΩΡ ΜΙΑΣ ΠΗΓΗΣ




ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ


ΡΙΠΗ

Σαράντα χρόνια και σαράντα πέντε μέρες
Πριν ανοιχθούν οι κάμποι και οργωθούν
Πριν αναβρύσουν εκ βαθέων οι σποράδες
Κ’ οι κοραλένιες συμπληγάδες των νησιών
Πριν γίνει μάτι η συσπείρωσις του σκότους
Κι’ αλλάξουν λέπια τα θαλάσσια ζωντανά
Βγήκες ορθή σχεδόν γυμνή και απροκαλύπτως
Εντός αφάνταστης στιγμής που μας γελούσε
Μικρή παιδίσκη καθώς ύδωρ μιας πηγής.



Από την ποιητική συλλογή «Ενδοχώρα» (1934-1937).
Από το βιβλίο: Ανδρέας Εμπειρίκος, «Ενδοχώρα», Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 1980, σελ. 20.

ΑΛΝΤΟ ΦΑΜΠΡΙΤΣΙ!



ALDO FABRIZI


ER SOGNO

Me pareva de sta su 'na montagna,
e urlavo in un megafono spaziale:
« Popolazione mia che campi male,
accostate qua sotto che se magna.»

Poi come fussi er Re de la Cuccagna
buttavo giù, pe' un'orgia generale,
valanghe de spaghetti cor guanciale,
ch'allagaveno tutta la campagna.

E vedevo signori e poveretti,
in uno sterminato affollamento
a pecorone sopra li spaghetti.

Quann'ecchete, dar cielo, sbuca Dio,
co' un forchettone in mano e fa: «Un momento...
Si permettete ce sto pure io! ».

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΩΝΤΑΣ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ



ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΚΟΚΟΤΑΣ


ΟΜΟΡΦΑ ΠΟΥ ’ΝΑΙ ΣΤΟ ΝΗΣΙ

Όμορφα που ’ναι στο νησί
γλέντι τραγούδι και κρασί.
όμορφα που ’ναι στο μικρό λιμάνι
και το κορίτσι μου να βγαίνει στο σεργιάνι

Όμορφα που ’ναι στο γιαλό
να με φιλάς να σε φιλώ.
έβγαλε ο ήλιος βόλτα το φεγγάρι
δεν είδε η θάλασσα πιο ταιριαστό ζευγάρι.

Όμορφα που ’ναι στη στεριά
στον ίσκιο στην κληματαριά.
όμορφα που ’ναι και τα δυο σου μάτια
μου κάνανε την καρδούλα μου κομμάτια.


Στίχοι: Νίκος Γκάτσος.
Μουσική: Δήμος Μούτσης.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΑΛΒΕΡΤΟ ΠΟΔΕΣΤΑ



ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ALBERTO PODESTÁ: NADA 


Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2012

ΜΙΛΑΕΙ Ο ΑΡΧΙΤΡΑΜΠΟΥΚΟΣ, ΤΟ ΟΝΕΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ



Αντιγράφω από το newsit.gr


Με άρθρο του υπό τον τίτλο «Ένα σύγχρονο κίνημα τραμβούκων», που δημοσιεύει το «Βήμα της Κυριακής» ο Θεόδωρος Πάγκαλος ασκεί χειμαρρώδη πολιτική κριτική.
«Τα τελευταία τρία χρόνια συστηματικά διοργάνωσαν τραμπουκισμούς παλαιοκομμουνιστικά κομάντο του ΚΚΕ ή νεοκομμουνιστές του ΣΥΡΙΖΑ με τη βοήθεια βέβαια σύσσωμου του αντιεξουσιαστικού χώρου και των αναρχικών, αλλά και με τη συμμετοχή νεοφασιστών της Χρυσής Αυγής ή ακροδεξιών οπαδών του Παναγιώτη Καμμένου» και προσθέτει:
«Είχα προσωπικά την τύχη να υποστώ αποδοκιμασίες σε δύο ή τρεις δημόσιους χώρους της Αθήνας, αλλά και στην Οξφόρδη, το Παρίσι και το Βερολίνο. Οι συμμετέχοντες δεν ξεπερνούσαν ποτέ τα 20-30 άτομα. Είχαν σχεδόν πάντα την ίδια αξιοθρήνητη εμφάνιση, ατημέλητοι, με χλωμά πρόσωπα και πλήρη απουσία επιχειρημάτων ή έστω οποιουδήποτε συνθήματος που θα μπορούσε να κινήσει το ενδιαφέρον. Όποτε άρθρωναν λόγο, αυτός ήταν ασυνάρτητος και όποτε τους προσφέρθηκε η δυνατότητα να εκφράσουν την άποψή τους προτίμησαν να διαλύσουν τη συγκέντρωση με άναρχες (sic!) κραυγές και πράξεις που δεν είχαν καμία σχέση με οποιαδήποτε πολιτική άποψη».
Σε ένα άλλο σημείο του άρθρου του υποστηρίζει ότι: «Αν ο κύριος Μιχαλολιάκος και οι μαυροφορεμένοι του είναι τα SS, τότε ο κύριος Τσίπρας και τα παρδαλά στίφη του είναι τα SA με όρους Βαϊμάρης».
O κ. Πάγκαλος κάνει αναφορά και στη χρήση της κάμερας η οποία έχει γίνει, όπως λέει, από όργανο πολιτικής πάλης και ενημέρωσης, εργαλείο διαστροφής της πραγματικότητας και αυτοσκοπός.
Η κινητή κάμερα αντικατέστησε τη ράβδο των παλιών τραμπούκων. Όχι όμως και την ψυχοσύνθεση τους. Απλώς τους έκανε πιο θρασείς, μοχθηρούς και δειλούς. Αν πάει ποτέ ο κ. Τσίπρας στην Κούβα, ας αγοράσει μερικά trabuco Αβάνας για τα στελέχη του» καταλήγει ο Θεόδωρος Πάγκαλος.

 **************************

Το ελεεινό και τραμπούκικο όνειδος
της Δημοκρατίας έσκασε μύτη πάλι
από το λαγούμι του
για να καθυβρίσει τους πάντες.
Α Π Ο Φ Ο Ρ Α ! ! !
 

ΤΟ ΡΟΝΤΟ ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ




JAROSLAV SEIFERT


ΤΟ ΡΟΝΤΟ ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ

Σαν το χιονάνθι, ω, τόσο φωτεινό έχεις δέρμα,
μα ρόδου εσένα ευωδιές λαλούν τα χείλη!
Η αγάπη... Τί μονότονη του λόγου η ύλη!
Οι λέξεις... Άχρηστες στ’ αλήθεια, δίχως έρμα.

Κι ενώ προσμένω από τον οίκτο σου ένα κέρμα,
τους πόθους η ομιλία σου μού ’χει καταστείλει.
Σαν το χιονάνθι, ω, τόσο φωτεινό έχεις δέρμα,
μα ρόδου εσένα ευωδιές λαλούν τα χείλη!

Μη μου μιλάς, μη μ’ απαντάς! – σου λέω. Τέρμα!
Ο φόβος πως δεν θα μου ρθείς, καλή μου φίλη,
θα λυώσει, θα κυλήσει σα χυμένο σπέρμα,

σαν χιόνι περσινό, σαν φως χλωρό το δείλι.
Σαν το χιονάνθι, ω, τόσο φωτεινό έχεις δέρμα,
μα ρόδου εσένα ευωδιές λαλούν τα χείλη!



Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.


***************************


JARNÍ RONDEAU

Máš po sněžence bledou pleť,
však ústa po růži ti voní.
Jsou slova lásky monotónní,
co počít mám si s nimi teď,

když čekám na tvou odpověď
a zmaten pospíchám si pro ni?
Máš po sněžence bledou pleť,
však ústa po růži ti voní.

Jen nakonec mě nepodveď,
a strach, který ti oči cloní,
ať zmizí rychle, prosím, hleď,

jako ten sníh, co padal loni.
Máš po sněžence bledou pleť,
však ústa po růži ti voní.

ΠΑΙΖΕΙ ΚΑΙ ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΝΙΝΑ ΣΙΜΟΝ



ΠΑΙΖΕΙ ΚΑΙ ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η NINA SIMONE: TO LOVE SOMEBODY

Χαρισμένο στην Πολυξένη για τη γιορτή της

ΠΕΔΡΟ ΣΑΛΙΝΑΣ!




PEDRO SALINAS


AHOGÁNDOME EN ELLA

Si no es el mar, sí es su imagen,
su estampa, vuelta, en el cielo.
Si no es el mar, sí es su voz
delgada,
a través del ancho mundo,
en altavoz, por los aires.
Si no es el mar, sí es su nombre
es un idioma sin labios,
sin pueblo,
sin más palabra que ésta:
mar.
Si no es el mar, sí es su idea
de fuego, insondable, limpia;
y yo,
ardiendo, ahogándome en ella.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΖΩΡΖ ΜΠΡΑΣΣΕΝΣ




ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο GEORGES BRASSENS


LA MAUVAISE RÉPUTATUON

Au village, sans prétention,
J'ai mauvaise réputation.
Qu'je m'démène ou qu'je reste coi
Je pass' pour un je-ne-sais-quoi!
Je ne fait pourtant de tort à personne
En suivant mon chemin de petit bonhomme.
Mais les brav's gens n'aiment pas que
L'on suive une autre route qu'eux,
Non les brav's gens n'aiment pas que
L'on suive une autre route qu'eux,
Tout le monde médit de moi,
Sauf les muets, ça va de soi.

Le jour du Quatorze Juillet
Je reste dans mon lit douillet.
La musique qui marche au pas,
Cela ne me regarde pas.
Je ne fais pourtant de tort à personne,
En n'écoutant pas le clairon qui sonne.
Mais les brav's gens n'aiment pas que
L'on suive une autre route qu'eux,
Non les brav's gens n'aiment pas que
L'on suive une autre route qu'eux,
Tout le monde me montre du doigt
Sauf les manchots, ça va de soi.

Quand j'croise un voleur malchanceux,
Poursuivi par un cul-terreux;
J'lance la patte et pourquoi le taire,
Le cul-terreux s'retrouv' par terre
Je ne fait pourtant de tort à personne,
En laissant courir les voleurs de pommes.
Mais les brav's gens n'aiment pas que
L'on suive une autre route qu'eux,
Non les brav's gens n'aiment pas que
L'on suive une autre route qu'eux,
Tout le monde se rue sur moi,
Sauf les culs-de-jatte, ça va de soi.

Pas besoin d'être Jérémie,
Pour d'viner l'sort qui m'est promis,
S'ils trouv'nt une corde à leur goût,
Ils me la passeront au cou,
Je ne fait pourtant de tort à personne,
En suivant les ch'mins qui n'mènent pas à Rome,
Mais les brav's gens n'aiment pas que
L'on suive une autre route qu'eux,
Non les brav's gens n'aiment pas que
L'on suive une autre route qu'eux,
Tout l'mond' viendra me voir pendu,
Sauf les aveugles, bien entendu.

ΠΑΒΕΖΕ!




CESARE PAVESE


UNA GUANCIA TOCCA UNA GUANCIA

Anche la notte ti somiglia,
la notte remota che piange muta,
dentro il cuore profondo,
e le stelle passano stanche.
Una guancia tocca una guancia -
è un brivido freddo, qualcuno
si dibatte e t’implora, solo,
sperduto in te, nella tua febbre.
La notte soffre e anela l’alba,
povero cuore che sussulti.
O viso chiuso, buia angoscia,
febbre che rattristi le stelle,
c’è chi come te attende l’alba
scrutando il tuo viso in silenzio.
Sei distesa sotto la notte
come un chiuso orizzonte morto.
Povero cuore che sussulti,
un giorno lontano eri l’alba.

ΑΝΕΚΔΟΤΟ ΠΟΥ ΔΕΝ "ΠΑΙΖΕΤΑΙ"



 
ΒΥΡΩΝ ΠΟΛΥΔΩΡΑΣ, αυθεντικός.

Όταν μαθαίναμε γράμματα (αυτά που μετά μανίας απηγόρευσαν και κατήργησαν, κατ’ εφαρμογήν του σχεδίου τους περί αφελληνισμού, οι εξακολουθητικοί «μεταρρυθμιστές» της δύσμοιρης παιδείας μας) διδαχθήκαμε στη Γ΄ Γυμνασίου τον περίφημο «Υπέρ Αδυνάτου» λόγο του Αθηναίου ρήτορα και λογογράφου Λυσία. Θυμάμαι πώς άρχιζε: «Ου πολλού δέω χάριν έχειν, ω βουλή, τω κατηγόρω, ότι μοι παρεσκεύασε τον αγώνα τουτονί…» («Δεν απέχω πολύ από του να χρωστώ χάρη στον κατήγορό μου γιατί μου προπαρεσκεύασε αυτόν εδώ τον (πολιτικό-δικαστικό) αγώνα…»).
Έτσι κι εγώ σήμερα, μπορώ να επαναλάβω τα λόγια του Λυσία, εκφράζοντας την «ευγνωμοσύνη» μου προς τους θρασύδειλους υποκριτές και άνανδρους διώκτες μου, που με χτυπούν γιατί δήθεν «διόρισα», ως μετακλητή, δηλαδή ως προσωρινή και όχι μόνιμη, τη θυγατέρα μου Μαργαρίτα στη Βουλή! Θυμίζω πως την είχα προσλάβει ως μετακλητή συνεργάτιδά μου και όταν ήμουν Υπουργός Δημοσίας Τάξεως και Αντιπρόεδρος της Βουλής. Γιατί τόσος πόλεμος τώρα; Έκανα κάτι κρυφά; Ή παράνομα; Μήπως γιατί κάποιοι δεν χώνεψαν ακόμη το γεγονός ότι εξελέγην Πρόεδρος της Βουλής με 179 ψήφους, όταν το κόμμα μου είχε μόνον 108 ψήφους στη Βουλή; Γι΄αυτό και μας πληροφορούν ότι υπήρξα Πρόεδρος μιας ημέρας ή ολίγων ωρών; Η ιστορία όμως έγραψε πως Πρόεδρος της ΙΔ΄ Περιόδου της Βουλής των Ελλήνων υπήρξε ο Βύρων Γ. Πολύδωρας. Είτε το θέλουν είτε όχι. Εδώ ένας βουλευτής του κόμματός μου, που αρέσκεται να φωτογραφίζεται σε ρωμαϊκές πόζες με πετσέτες στο λουτρό του, απείχε τότε επιδεικτικά της ψηφοφορίας. Προφανώς και ευτυχώς (που δεν έχω τέτοιους φίλους) με απεδοκίμασε. Αλλά εμείς δεν είμαστε ανιχνευτές φθόνου. Γνωρίζουμε τις δυσκολίες της πολιτικής. Μέσα από αυτές πορευθήκαμε κοντά σαράντα χρόνια τώρα. Και νικήσαμε. Χωρίς να ζηλέψουμε καμμία εύνοια και  χωρίς να προσχωρήσουμε ούτε στιγμή στις μεθόδους των «συντροφικών μαχαιρωμάτων». Ποτέ.
Τα «μορμολύκεια» της δημοσιογραφίας σε γενική επιστράτευση, μαζί με τα διατεταγμένα αποσπάσματα των bloggers, οργάνωσαν και επραγματοποίησαν τη μεγαλύτερη και γεμάτη χολή και κακεντρέχεια συκοφαντική εκστρατεία εναντίον μου. Τους «ευχαριστώ» γιατί μου δίνουν έτσι την ευκαιρία να μιλήσω για το πώς κατάντησε η πολιτική και πώς αυτή διεξάγεται σήμερα, στα «χρόνια της χολέρας». Να μιλήσω για το ρόλο των εγκάθετων και κεκρακτών δημοσιογράφων αφ’ ενός, καθώς και για τους «υποβολείς», εμφύλιους κατά τεκμήριο αντιπάλους μου, οι οποίοι τους αναθέτουν την «εκτέλεση συμβολαίων», αφ’ ετέρου. Οι τελευταίοι μένουν στο σκοτάδι. Καυχώνται μάλιστα και καμαρώνονται μεταξύ τους ότι είναι οι πιο σκοτεινοί τύποι που πέρασαν ποτέ από την πολιτική. Και έτσι πορεύονται. Συκοφαντώντας, ραδιουργώντας, ρουφιανεύοντας. Πάντοτε στο σκοτάδι.
Μου δίνεται η ευκαιρία ακόμη να μιλήσω και για τον εαυτό μου. Και να πω ανοιχτά πως αυτοί που με χτύπησαν – χτυπούν έκοψαν αυτή τη φορά τις γέφυρες. Δεν άφησαν περιθώρια «συμφιλίωσης». Σκότωσαν την μεγαθυμία μου απέναντί τους. Γιατί χτύπησαν τον πυρήνα της οντότητάς μου. Εμένα, ως πατέρα, και το παιδί μου. Δηλαδή, ό,τι πιο ιερό. Έλαβα το σήμα.
Δεν υπήρξα ποτέ στη ζωή μου συνωμότης. Ούτε προδότης. Ούτε ρίψασπις και λιποτάκτης. Άλλοι υπήρξαν τέτοιοι. Όπως εκείνοι που με χτυπούν σήμερα. Με την άθλια στόχευση να με ταπεινώσουν. Ματαιοπονούν. Δεν είπα ότι δεν υποφέρω. Υποφέρω αλλά αντέχω. Αντλώ δύναμη από το δίκιο μου. Και από την προσευχή μου στον Θεό. Έχει συμβεί πολλές φορές στο παρελθόν. Με εγοήτευε πάντα η ανοιχτή αγορά του δημόσιου βίου. Εκεί μιλούσα. Εκεί δρούσα. Εκεί ανέτρεφα τα παιδιά μου. Εκεί έθαβα τους νεκρούς μου. Δεν κρύφτηκα ποτέ πίσω από κάποιο προπέτασμα καπνού ή πίσω από κάποιους άλλους, οι οποίοι τάχα θα έφταιγαν και εγώ θα εσωζόμουν κρυπτόμενος. Αυτό το «χούι» άλλοι το έχουν και το τηρούν. Εγώ πάλεψα ανοιχτά. Αντιμάχησα ανοιχτά. Και απεκόμισα την αναγνώριση και τον σεβασμό από όλους, φίλους και αντιπάλους. Βέβαια ο σεβασμός δεν είναι έννοια απαιτητή και αγώγιμη. Αφορά περισσότερο εκείνον που τον αποτίει παρά εκείνον που τον εισπράττει. Στην περίπτωση των διωκτών μου, απλά, δεν έχουν εκείνη την εσωτερική ηθική ουσία που παράγει σεβασμό και εκτίμηση. Είναι θέμα ψυχικής υγείας. Τα άτομα είναι άρρωστα.
Ματαιοπονούν οι διώκτες μου γιατί υπερτίμησαν τις συνωμοτικές και συμμοριακές ικανότητές τους. Νόμισαν πως το «κράξιμό» τους είναι υπερόπλο. Ενώ απλά είναι το «ήθος» τους και η ταυτότητά τους. Δεν τους είχα και για κάτι καλύτερο. Και υποτίμησαν τα στοιχεία του δικού μου χαρακτήρα και της δικής μου ιστορίας. Με πρώτο ότι δεν τους φοβάμαι. Είναι άλλωστε ανίκανοι και στο να μου προκαλέσουν φόβο. Μόνον αηδία και σιχασιά μου προκαλούν. Δεν τους λογάριασα ποτέ. Είχα πάντα το δικό μου εικονοστάσι. Εκεί άναβα κερί. Στην πατρίδα μου πάνω απ’ όλα, στην ιστορία της Ελλάδας, στη γλώσσα μου την Ελληνική, στην οικογένεια και στην πολιτισμική μας παράδοση, στην Ελληνορθοδοξία μ’ ένα λόγο προσκυνούσα. Και ειλικρινά χαίρομαι όταν βλέπω πως οι δικές μου επιλογές, τους προκαλούν τέτοιες αντιδράσεις σαν αυτές που νοιώθουν και εκδηλώνουν οι δαιμονισμένοι στη θέα του Σταυρού. Και αν μου πουν, όπως μου είπαν, πως η Μαργαρίτα μου είναι … υπαίτια της ανεργίας στην Ελλάδα ή στον Ευρωπαϊκό Νότο και πως αυτή προκάλεσε … την εθνική και παγκόσμια νομισματοπιστωτική κρίση(!) μάλιστα κάποιοι μου θυμίζουν και το λατινικό, πως «η γυναίκα του Καίσαρα δεν αρκεί να είναι τίμια αλλά και να φαίνεται τίμια» ή πως προκαλεί(!) με την πρόσληψή της ως μετακλητής υπαλλήλου γιατί «όλα είναι διαχείριση συμβόλων» και άλλες παρόμοιες μπαρούφες, τους απαντώ. Αυτά μου θυμίζουν τον Αισώπειο μύθο του λύκου με το αρνάκι, κατά τον οποίο ο λύκος που ήθελε να φάει το αρνάκι, αλλά έψαχνε για κάποιο πρόσχημα, του έλεγε να φύγει από την θέση του γιατί του θόλωνε το νερό, παρά το γεγονός ότι το ευγενές θηλαστικό που πίνει ως γνωστόν με τη μέγιστη διακριτικότητα, μόλις που άγγιζε με τα χείλη του το ρέον ύδωρ και, ακόμη χειρότερα, ήταν σε κατώτερο σημείο στη ροή του μικρού ρυακιού, σε σχέση με τη θέση του λύκου. Αυτά διδάσκει ο Αίσωπος για να μας δείξει το παράδοξο στο καταδικαστέο δόγμα της υποκρισίας: προφάσεις εν αμαρτίαις. Έτσι και στην περίπτωσή μου. Ψάχνουν για προφάσεις. Επερίσσευσε ο λαϊκισμός και η υποκρισία. Και εγώ ερωτώ, αν ήταν μια άλλη μετακλητή και όχι η θυγατέρα μου τότε θα ήταν εντάξει η εθνική και παγκόσμια πολιτική και ηθική τάξη; Η επιλεκτική επίκληση τέτοιων επιχειρημάτων μόνον φασιστική νοοτροπία δείχνει. Γιατί όταν βιάζουν τη λογική με τα τρελλά και αυταρχικά επιχειρήματα των «αρχόντων» και τηλε-εισαγγελέων, τότε το επόμενο βήμα είναι να υποχρεώσουν όσους αποδέχονται την τρελλή λογική να περπατούν στα γόνατα. Δεν προτίθεμαι να γονατίσω. Γιατί όπως λέει ο αγέρωχος Φωτεινός (του Βαλαωρίτη) στο φεουδάρχη Τζώρτζη Γρατζιάνο, «… θάταν μέγα κρίμα τιμή να θάψω κι΄όνομα μέσα σ΄αυτό το μνήμα!». Και μια και τόφερε η κουβέντα, πώς και δεν χάλασε η εθνική και παγκόσμια τάξη και ηθική όταν το 2009 υπουργοί και μάλιστα ένας «ευαίσθητος» υπουργός σε ευαίσθητο και λεπτό υπουργείο διόριζε μονίμους μάλιστα υπαλλήλους με απόλυτη «αξιοκρατία», οι οποίοι είχαν μεταξύ τους ένα κοινό «αξιοκρατικό» χαρακτηριστικό, ότι κατήγοντο από τον τόπο εκλογής του «αδιάφθορου» υπουργού; Δεν ήταν τότε κρίση; Ή το 2012, όταν διόρισε δεκαπέντε ή και περισσότερους μετακλητούς στη Βουλή με τα αυτά προσόντα καταγωγής, ο ίδιος «αντιφαύλος» πολιτικός, υπό άλλην ιδιότητα τώρα; Δεν είναι γι’ αυτούς τους διορισμούς κρίση και ανεργία στη χώρα; Μόνον για εμένα και τη θυγατέρα μου;
Δεν παριστάνω τον Αγαμέμνονα, ούτε διανοούμαι να θυσιάσω τη Μαργαρίτα μου. Δεν έκανα τίποτα παράνομο και τίποτα ανήθικο. Δεν θυσιάζω την άξια συνεργάτιδά μου. Δεν γίνομαι «θυσιαστής» της θυγατέρας μου για οποιουσδήποτε λόγους. Μάλιστα για έναν απόπλου αμφίβολο ούτως ή άλλως. Για να δείξω έμπρακτη μετάνοια για το κακό που δεν έκανα; Ή για να ενοχοποιήσω αδίκως την Μαργαρίτα μου που ποτέ και κανέναν δεν προκάλεσε παρά μόνο τους ασπάλακες των καταγωγίων και τούτο γιατί είναι κόρη μου; Αλλά και προπαντός δεν τη θυσιάζω, γιατί «έφτυσα αίμα» για να αναθρέψω τα παιδιά μου. Και δεν έχω στον κώδικά μου εγώ την οικογένεια και τα παιδιά μου σαν κάτι το θεωρητικό και κοσμικό. Την έχω σαν θρησκεία. Σαν κάτι ιερό. Και ακόμη, γιατί δεν επιτρέπω στον εαυτό μου να υποκύψει στις επιταγές-προσταγές των φαύλων υποκριτών και κηνσόρων. Δεν θα ήταν μόνον ήττα. Θα ήταν παραίτηση και παράδοση στους άτιμους για να σώσω… την τιμή μου. Κάτι σαν εκούσιος βιασμός. Όχι! Υπάρχει και ένας στίχος που με εμπνέει και με καθοδηγεί:

«Όσο είν’ ο κλέφτης ζωντανός Τούρκο δεν προσκυνάει.
Κι αν πέσει το κεφάλι του δεν μπαίνει σε ταγάρι.
Το παίρνουν οι σταυραετοί να θρέψουν τα παιδιά τους,
να κάνουν πήχες τα φτερά και σπιθαμές το νύχι». –