JORGE LUIS BORGES
ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΛΙΟΣ ΣΤΗ ΒΙΛΑ ΛΟΥΡΟ
Βράδυ
σαν τη μέρα της Εσχάτης Κρίσεως.
Ο
δρόμος είναι πληγή ανοιχτή στον ουρανό.
Δεν
ξέρω τώρα πια αν ήτανε Άγγελος ή λιόγερμα
η
διαύγεια που έκαιγε στο βάθος-βάθος.
Επίμονη,
σαν εφιάλτης, με βαραίνει η απόσταση.
Ένα
συρματόπλεγμα πληγώνει τον ορίζοντα.
Ο
κόσμος είναι άχρηστος και αποσυρμένος, στην άκρη.
Στον
ουρανό έχει ξημερώσει, η νύχτα όμως στις τάφρους
μέσα
είναι προδότρα.
Όλο
το φως είναι στους γαλάζιους φράχτες και στις φωνές
των
μικρών κοριτσιών.
Δεν
ξέρω τώρα πια αν είναι δέντρο ή θεός αυτό που
ακουμπάει
να στηριχτεί στα σκουριασμένα κάγκελα.
Και
πόσες χώρες ταυτόχρονα: ο κάμπος, ο ουρανός, τα
προάστια.
Σήμερα
ήμουν πλούσιος σε δρόμους, σε φιλοσοφικά
ηλιοβασιλέματα
και σ’ ένα βράδυ που κατέληξε
έκπληξη.
Αργότερα
θα ξαναγυρίσω στη φτώχεια μου.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.