Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2022

ΕΦΗΒΕΙΑ


 

FERNANDO CHARRY LARA

 

ΕΦΗΒΕΙΑ

 

Σαν άνθος, σαν θωπεία,

κρεμασμένο στη σκιά

 

τρεμοσβήνει σώμα ακίνητο

στου κρεβατιού το ημίφως.

 

Γλυκιά βροχούλα στο αφτί

του σιγανοψιθυρίζει τ’ όνειρο.

 

Σιωπή αχανής: γυμνό

το κορμί κάτω απ’ τα σεντόνια.

 

Και μες στη φωτεινή αγρυπνία

οργούν τ’ απέραντα θαύματα.

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

 

ΑΝ ΤΥΧΕΙ, ΚΑΙΣΑΡΑ Ν᾽ ΑΝΟΙΞΕΙΣ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ

 


MARTIALIS

 

ΑΝ ΤΥΧΕΙ, ΚΑΙΣΑΡΑ Ν᾽ ΑΝΟΙΞΕΙΣ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ

 

Ἂν τύχει, Καίσαρα, ν᾽ ἀνοίξεις τὰ βιβλία

ποὺ ἐκδίδω, σὲ παρακαλῶ, τὸ ἐπίμομφό σου

νὰ χαμηλώσεις φρύδι, κι ἂς διοικεῖ τὸν κόσμο.

Ν᾽ ἀνέχονται καὶ οἱ θρίαμβοί σου ψόγους ξέρουν·

ντροπὴ δὲν εἶναι σκωπτικὰ νὰ σὲ σχολιάζουν.

Στὸ θέατρο πῶς πᾶς νὰ παρακολουθήσεις

τί σοῦ φορτώνουν ὁ Λατίνος καὶ ἡ Θυμέλη;

Ἔτσι ἀκριβῶς νὰ δεῖς καὶ τὰ ποιήματά μου!

Δὲν κόβει ἀθῶα σκώμματα ἡ λογοκρισία.

Οἱ στίχοι μου κι ἂν λαγνουργοῦν, χρηστὴ ἡ ζωή μου εἶναι.

 

1, 4

 

Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.

 

ΠΩΣ ΘΑ ΣΧΟΛΙΑΖΕΣ ΕΣΥ ΤΗ ΦΗΜΗ...



MARTIALIS

 

ΠΩΣ ΘΑ ΣΧΟΛΙΑΖΕΣ ΕΣΥ ΤΗ ΦΗΜΗ...

 

«Πῶς θὰ σχολίαζες ἐσὺ τὴ φήμη αὐτὴ ποὺ θέλει

τοὺς ποιητὲς νὰ μὴ διαβάζονται ἀπ᾽ τοὺς σύγχρονούς τους;»

«Τοῦτα εἶναι, Ρήγουλε, ἤθη καὶ καμώματα τοῦ φθόνου:

πάντα παινεύονται οἱ παλιοί, παραπετιοῦνται οἱ νέοι.

Κι ἔτσι, ἄσπλαχνα τὸν ἴσκιο ἀναζητοῦμε τοῦ Πομπήιου,

καὶ οἱ γέροντες ὑμνοῦν τοῦ Κάτουλλου τὸν ἄθλιο τάφο.

Τὸν Ἔννιο νὰ διαβάζεις προτιμοῦσες, Ρώμη, τότε

ποὺ ζοῦσε καὶ ἦταν σὲ μεγάλη ἀκμὴ ὁ Βιργίλιος Μάρων,

ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν Μαιονίδη ἐγέλασε ἡ ἐποχή του.

Στὸν Μἐνανδρο, τὸν ἐστεμμένο κωμωδό, σπανίως

τὰ θέατρα τοῦ ἐχάρισαν χειροκροτήματα. Ὅσο

γιὰ τὸν Ὀβίδιο, αὐτοῦ μόνο ἡ Κορίννα του κατεῖχε

τὸ μέγεθος τῆς ποίησής του. Ὁπότε ἐσεῖς, βιβλία μου,

καλὰ θὰ κάνετε νὰ μὴ βιαζόσαστε καθόλου,

ἀφοῦ μετὰ τὸν θάνατό μου —λένε—θά ᾽ρθει ἡ δόξα,

κι αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ —ὄχι καὶ καθόλου— δὲν μ᾽ ἐπείγει».

 

5, 10

 

Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.

 

ΦΤΩΧΟΣ, ΚΑΛΛΙΣΤΡΑΤΕ —Τ῾ ΟΜΟΛΟΓΩ—, ΗΜΟΥΝ ΚΑΙ ΕΙΜΑΙ ΠΑΝΤΑ

 


MARTIALIS

 

ΦΤΩΧΟΣ, ΚΑΛΛΙΣΤΡΑΤΕ —Τ῾ ΟΜΟΛΟΓΩ—, ΗΜΟΥΝ ΚΑΙ ΕΙΜΑΙ ΠΑΝΤΑ

 

Φτωχός, Καλλίστρατε —τ᾽ ὁμολογῶ—, ἤμουν καὶ εἶμαι πάντα,

μὰ ὄχι κανὰς τυχάρπαστος διαβόητος ἱππέας·

στὸν κόσμον ὅλο μὲ διαβάζουν, ὅλοι λένε νά τος!

Αὐτὸ εἶναι δῶρο ποὺ τὸ παίρνουν κάποιοι, ἀφοῦ πεθάνουν,

σ᾽ ἐμένα, ὡστόσο, δόθηκε ὅσο ἀνασαίνω ἀκόμα.

Τὸ σπίτι σου ἑκατὸ καὶ βάλε κίονες τὸ στηρίζουν

καὶ στὰ μπαοῦλα σου μπαγιῶκο τὸ χρυσάφι κάνεις·

ἀγροὺς μεγάλους νέμεσαι στοῦ Νείλου τὴ Συήνη,

καὶ ἡ Πάρμα, καύχημα γαλατικό, τὰ πρόβατά της

γιὰ σένα τὰ κουρεύει — ἀμέτρητα εἶναι τὰ κοπάδια.

Αὐτὸ εἴμαστε, νά!, ἐσὺ κι ἐγώ. Ἀλλ᾽ αὐτὸ ποὺ ἐγὼ εἶμαι, μάθε

ὅτι ποτέ σου δὲν θὰ φτάσεις νὰ γενεῖς — τὸ ξέρεις·

ἐνῶ ὅ,τι ἐσὺ εἶσαι, φίλε μου, ὅλοι πιὰ μποροῦν νὰ γίνουν.

 

5, 13

 

Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.

  

 

ΑΝ ΕΣΥ ΚΙ ΕΓΩ ΜΑΖΙ, ΣΥΝΟΝΟΜΑΤΕ ΚΑΙ ΦΙΛΕ ΜΑΡΤΙΑΛΗ

 


MARTIALIS

 

ΑΝ ΕΣΥ ΚΙ ΕΓΩ ΜΑΖΙ, ΣΥΝΟΝΟΜΑΤΕ ΚΑΙ ΦΙΛΕ ΜΑΡΤΙΑΛΗ

 

Ἂν ἐσὺ κι ἐγὼ μαζί, συνονόματε καὶ φίλε Μαρτιάλη,

ἀνέγνοιαγα μπορούσαμε τὶς μέρες μας νὰ ζοῦμε,

ἂν ἦταν δυνατὸν, λέω, ἡ ζωή μας ὅλη νά ᾽ταν σχόλη

καὶ νά ᾽χουμε τὸ ἐλεύθερο νὰ κάνουμε ὅ,τι θέλουμε,

σιγὰ μὴν καὶ πατούσαμε ἐμεῖς ποτέ μας σὲ αὐλὲς τῆς ἐξουσίας,

μὰ θ᾽ ἀποφεύγαμε ἰσχυροὺς παράγοντες καὶ δικαστήρια

καὶ φόρα θλιβερὰ μὲ ἀγάλματα ἀλαζόνων.

Βολτίτσες, κουβεντούλα καὶ βιβλία,

τὸ Πεδίον τοῦ Ἄρεως, ἡ Στοά, μέρη ὡραῖα σκιερά,

τῆς Παρθένου τὸ Ὑδραγωγεῖον, οἱ θέρμες —

αὐτὰ καὶ τέτοια θά ᾽τανε οἱ τόποι οἱ δικοί μας πάντα,

κι ἐκεῖ τὴ δουλειά μας ἀπερίσπαστοι ἐμεῖς θὰ κάναμε.

Τώρα, φεῦ, κανένας μας δὲν ζεῖ γιὰ πάρτη του,

καὶ νιώθουμε πὼς γρήγορα οἱ μέρες οἱ καλὲς μᾶς φεύγουν

καὶ πὼς ὅλο καὶ μικραίνει αὐτὸ ποὺ μένει, κι ὅσο μᾶς μένει.

Μὰ ποιός πεθαίνει ἅμα ξέρει πῶς νὰ ζεῖ καὶ πῶς νὰ ζεῖ ὡραῖα;

 

5, 20

 

Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.