PABLO NERUDA
ΟΙ ΖΩΕΣ ΕΚΕΙΝΕΣ
Αυτό είμαι, θα πω, για ν’ αφήσω
τούτη τη γραπτή πρόφαση: αυτή είναι η ζωή μου.
Και τώρα πια εννοείται πως δεν μπορούσε νά ’ναι αλλιώς:
ότι σε αυτό το δίχτυ δεν μετράει μόνο το νήμα,
αλλά και ο αέρας που ξεφεύγει μέσ’ από τους βρόγχους –
όλα τα άλλα ήσαν εντελώς ακατάληπτα:
ο χρόνος που έτρεχε σαν τον λαγό
μέσ’ απ’ τις δροσιές του Φλεβάρη,
ο έρωτας, αλλά καλύτερα να μην μιλάμε εμείς για έρωτα,
που εκινείτο σαν τα λαγόνια
χωρίς ν’ αφήνει εκεί που ήταν τόση φωτιά
τίποτ’ άλλο παρά μια κουταλιά στάχτη μόνο,
όπως και τόσα άλλα πράγματα που πέταξαν, φύγανε:
ο άντρας που περίμενε όλο διάφανη πίστη,
η γυναίκα που ζούσε και που δεν θα ζούσε άλλο,
όλοι νόμιζαν ότι, αν έχεις δόντια,
αν έχεις πόδια και χέρια και αλφάβητο,
η ζωή είναι μετά απλώς θέμα τιμής.
Ο άντρας έπιασε κι έβαλε τα μάτια του στην ιστορία,
γράπωσε τις νίκες όλες του παρελθόντος,
υπέθεσε ότι για πάντα θα είναι η ύπαρξη
και ότι η ζωή τού χρησιμεύει
απλώς για να πεθαίνει· κι ο χρόνος για να μην τον έχει.
Το δε χώμα για να τον θάψουν στο τέλος.
Όλ’ αυτά όμως γεννήθηκαν με τόσα μάτια
σαν πλανήτες στο στερέωμα,
και όλη η φωτιά, που είχε για να καταβροχθίζει ο ίδιος,
κατασπάραζε τη γυναίκα χωρίς ανακωχή, την αφάνιζε.
Αν είδα κάτι στη ζωή μου, ήταν ένα απόγευμα
στην Ινδία, σε κάποιου ποταμού τις όχθες:
να καίνε μια γυναίκα με σάρκα και οστά,
όπου δεν ξέρω αν ήταν η ψυχή ή ο καπνός
ό,τι έβγαινε από τη σαρκοφάγο,
ωσπού δεν έμεινε ούτε γυναίκα ούτε φωτιά,
ούτε φέρετρο ούτε στάχτη: ήταν ήδη αργά
και μόνο η νύχτα και το νερό και οι ίσκιοι και το ποτάμι
επέμεναν να μένουν εκεί μαζί με τον θάνατο.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου