VICENTE
ALEIXANDRE
ΤΑ ΦΙΛΙΑ
Μην
τα ξεχάσεις, πριν την ώρα τους, τα φιλιά μια μέρα.
Τα
φιλιά τα φτερωτά εκείνα που ήρθανε στο στόμα σου.
Το
πυρπολημένο για μια στιγμή απλώσαν φτέρωμά
τους
επάνω
στο καθαρό το σχέδιο που παραδίδεται μισάνοιχτο.
Σου
αγγίξανε τα δόντια. Τον όγκο τους, ναι, τον ένιωσες –
στο
στόμα σου μέσα όπως παλλόταν το γαλάζιο τους φτέρωμα.
Αχ,
στρογγυλά τα χείλη σου έσφυζαν από ευδαιμονία. Άραγε
όποιος
δεν φιλάει τούτα τα πουλιά όταν φτάνουν, έπειτα του φεύγουν;
Στο
μισάνοιχτο στόμα σου είδα τα κατάλευκα δόντια σου.
Αχ,
οι λεπτές τους ακμές ανάμεσα στα χείλη βυθίζονται.
Αχ,
και πώς εράμφιζαν ουράνιες, όσην ώρα εσύ γλυκά ένιωθες
το
λυγερό, το πανάλαφρο κορμί σου στα ύψη να ορθώνεται.
Τί
πασίχαρη, τί τέλεια, και τί λεπτεπίλεπτη
που εβασίλευες!
Έρχονται,
φτάνουν είτε φως είτε πουλιά, φιλιά αγνά και φτερώματα.
Και
σου σκοτεινιάζουν την όψη με τα φτερά τους τα ζέοντα,
που
σε αγγίζουν, και που αναδεύονται, ενώ τυφλή εσύ λάμπεις, λάμπεις.
Μην
το ξεχνάς. Ευτυχισμένα, δες τα, πάνε, τώρα πια φεύγουν.
Κοίτα:
πετούν, ανεβαίνουν, τα υιοθετεί το γαλάζιο.
Σηκώνονται
ψηλά, χρυσαφωμένα. Είναι ζεστά, και καίνε, καίνε.
Βογκούν,
τραγουδούν, λαμπρύνονται. Στον ουρανό παραληρούνε.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου