OLIVERIO GIRONDO
ΒΡΕΤΟΝΙΚΟ ΤΟΠΙΟ
Τὸ Ντουαρνενέ,
μὲ μιὰ ζαριά,
κατακλύζει
ἀνάμεσα στὰ σάμπως πεσσοὺς σπιτάκια του
ἕνα κομμάτι θάλασσα
μὲ μυρουδιὰ αἰδοίου ποὺ νὰ σοῦ ᾽ρχεται λιποθυμιά.
Λαβωμένες βάρκες, στὴν ξηρά, μὲ τὰ φτερά τους διπλωμένα!
Ταβέρνες ποὺ τραγουδᾶνε μὲ φωνὴ οὐρακοτάγκου!
Στοὺς μώλους πάνω,
τοὺς ὑδραργυρωμένους ἀπὸ τὴν ψαριά,
ναυτίλοι πιασμένοι ἀλὰ μπρατσέτα
γιὰ νὰ μάθουνε περπάτημα,
θὰ σπάσουνε τὰ μοῦτρα τους
χτυπημένοι ἀπὸ τὰ κύματα
σὲ τίποτα μάντρες ἐπάνω·
γυναῖκες ὑφάλμυρες,
ἰωδιοῦχες,
μὲ μάτια ὑδάτινα, μὲ κόμες ἀπὸ φύκια,
μπαλώνουνε τὰ κρεμασμένα ἀπ᾽ τὸ ταβάνι δίχτυα
σὰν ἄλλα γαμήλια πέπλα.
Τῆς ἐκκλησίας τὸ κωδωνοστάσιο,
μ᾽ ἕνα κόλπο ταχυδακτυλουργικό,
βγάζει μέσ᾽ ἀπ᾽ τὴν καμπάνα του
περιστέρια — ἕνα σμάρι.
Κι ὅλα τοῦτα ἐνῶ οἱ γριοῦλες
φορώντας τὰ σκουφιά τους γιὰ τὸν ὕπνο
μπαίνουν στὸν μονόκλιτο ναὸ
γιὰ νὰ μεθύσουνε μὲ προσευχές,
κι ἔπειτα νὰ πάψει μιὰ στιγμὴ ἡ σιωπὴ
νὰ ροκανίζει τῶν ἁγίων τὶς λίθινες μύτες.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου