Σάββατο 5 Ιουνίου 2010
ΚΙ ΟΥΤΕ ΜΙΑ ΛΕΞΗ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
ΑΦΩΝΟΣ ΤΟΠΟΣ
Τ’ άλογο μασάει το χορτάρι. Μέσα στα μάτια του αλόγου
είναι δυό ελάχιστα σπίτια κι αυτός που κόβει ξύλα.
Πιο πέρα το ποδήλατο, ένα σύννεφο, μια κότα.
Το βράδυ ανάβουνε φωτιές στους λόφους και στον κάμπο.
Μυρίζει το καμένο ξύλο. Βγαίνει το φεγγάρι.
Προικοθήρες νοικιάζουν δωμάτια στο πανδοχείο.
Η καθαρίστρια κι ο σωφέρ πλαγιάζουν στο στάβλο.
Ύστερα, για δικούς τους λόγους, φωνάζουν τα βατράχια.
Ύστερα οχτώ ρωμαλέοι ναυτικοί με μαύρες μπότες
κουβαλούν έναν τεράστιο καθρέφτη στο κέντρο της πλατείας·
τον αφήνουν ανάσκελα κι εξαφανίζονται. Μες στον καθρέφτη
είναι ένας γέροντας τυφλός μ’ άσπρη γενειάδα κι ούτε μιά λέξη.
Από την ποιητική συλλογή «Έφυγαν» (1979-1980).
Από το βιβλίο: Γιάνης Ρίτσος, «Ποιήματα», τ. ΙΔ΄, Κέδρος, Αθήνα 2007, σελ. 286.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου