ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ
ΣΟΛΩΜΟΣ
ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ
Ἰδοὺ
λαμπυρὰ σουρποενδυμένο
στὲς
ἐρμιὲς τοῦ οὐρανοῦ βγαίνει τὸ βράδυ
καὶ
μακρύτατο σέρνει ὀχνὸ σκοτάδι
μαυριλιασμένο.
Παντοῦ
σιωπή· μόν᾽ τὴ φλογέρα πνέει
βοσκούλα
καθαρή, καὶ τὸ καημένο
στὰ
μοναχὰ τὰ δάση ἀρνὶ χαμένο
τρέχει καὶ κλαίει.
Ὅλοι
τους μαζωμένοι ἔκαναν νέφι
τριγύρου
γύρου εἰς τὸ μιαρὸ τὸ ξύλο.
Ἄλλοι
ἔσφαξαν τὴ μάνα, ἄλλοι τὸ ἀδέλφι,
ἄλλοι τὸ φίλο.
Καθένας
τους γιὰ νδύμα ὕστερο ἐφόρει
μακρίο
καὶ ξεσχισμένο ἕνα σενδόνι,
ποὺ
ἐκυμάτιζε ὁλόασπρο σὰν τὸ χιόνι
πού ᾽ναι στὰ ὄρη.
Λὲν
τὸ τραγούδι τρομερὰ τοῦ ὀλέθρου,
καὶ
μουγγὴ καὶ φρικτὴ μιὰ λύρα μπαίνει,
ποὺ
μὲ κόκαλα μαῦρα εἶναι φτιασμένη
ἑνὸς σκελέθρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου