FEDERICO GARCÍA LORCA
[ΘΑ Σ’ ΕΦΕΡΝΑ]
Θα
σ’ έφερνα
σε
όσα φθινόπωρα υπάρχουν
στο
χείλος των αμέτρητων
πράσινων
βούρκων.
Μαζί
να δούμε τα νεογέννητα παιδιά
των
νεραϊδομανάδων,
και
να χαζεύουμε τα ήρεμα,
τα
μαραμένα δέντρα.
Τί
’ναι αυτό που ακούγεται
από
τόσο μακριά… από πέρα;
Αγάπη.
Ο
άνεμος στα τζάμια είναι,
αγάπη
μου.
Και
τα καλοκαίρια,
εκεί
στην ύπαιθρο,
ω,
πόσο θα το φχαριστιόμουν
στα
σταροχώραφά μου να σε βλέπω!
Γεμάτη
παπαρούνες νά ’σαι·
το
κοριτσίστικό σου μέτωπο
μες
στις δροσούλες νά ’ναι
του
φιλικού τοπίου.
Τί
’ναι αυτό που ακούγεται
από
τόσο μακριά… από πέρα;
Αγάπη.
Ο
άνεμος στα τζάμια είναι,
αγάπη
μου.
Τα
φύλλα όμως στο τέλος
γεμίζουνε
το μονοπάτι·
όπως
κι εσύ γεμίζεις τώρα
όλη
την ψυχρή καρδιά σου.
Ξέρω
ότι καλά το ξέρεις
το
πόσο εγώ σε αγαπώ πολύ,
πως
τα νερά του αίματος
τα
σέρνει το ποτάμι.
Κι
ωστόσο… ωστόσο
ακούω
τους απόηχους
της
φοβισμένης σου φωνής
που
τρέμει και στον όποιον θόρυβο.
Και
σου απαντώ
με
μάτια στερεμένα,
κι
αφήνω εδώ τα μαύρα μου
πουλιά
χωρίς φωλιά!
Τί
’ναι αυτό που ακούγεται
από
τόσο μακριά… από πέρα;
Αγάπη.
Ο
άνεμος στα τζάμια είναι,
αγάπη
μου.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου