JULIEN
GRACQ
ΕΠΙΠΛΩΜΕΝΟ
ΣΑΛΟΝΙ
Στην
κατασκότεινη μέρα — τούτης εδώ της ιδιαίτερα απαίσιας απόχρωσης που άφησαν
τα κλειστά παντζούρια να περάσει και να διυλιστεί σ’ ένα διάπυρο αυγουστιάτικο
απόγευμα για να μπει τελικά σ’ έναν θάλαμο νεκροτομείου —
στους τοίχους τους βαμμένους με αυτό το
ημιδιαφανές αστάρι, το ιξώδες στο μάτι και το τόσο σκληρό στην αφή όσο και το
γυαλί, που σκεπάζει σαν ταπετσαρία τα γεμάτα σταλακτίτες σπήλαια, ακούς να σείεται
μια ελαφριά εσάρπα από αθόρυβο νερό, όπως και στις πλάκες των βεσπασιανών
λουτρών: τρεμηρή, αστραφτερή και τρισάπαλη σαν το μετάξι.
Τα
αυλάκια, καθώς συμβάλλονται σ’ ένα ημίφως στην αριστερή γωνία του δωματίου,
τροφοδοτούν, πριν φύγουν, μια μικροσκοπική βραγιά με κάρδαμα. Στη δεξιά πλευρά,
μέσα σ’ έναν μεγάλο κλωβό Φαραντέι, όπου δοκιμάζονται κεραυνοπληξίες, βλέπεις
τη ματωμένη και απρόσεκτα ριγμένη στο μπράτσο μιας κουνιστής καρέκλας τόγα του
Καίσαρα λες κι είχε μόλις επιστρέψει από τον πρωινό του περίπατο, τόγα αναγνωρίσιμη
ασφαλώς από την ετικέτα του μουσείου και τη sui
generis όψη των ιδιαίτερα αυθεντικών σκισιμάτων
της. Είναι κι ένα ελβετικό ρολόι ρουστίκ, δίχρωμο, με ορτύκι και κούκο, να
χτυπάνε τα ημίωρα και τα τέταρτα της ώρας για τη σιωπή του ενυδρείου.
Στο
τζάκι —θύματα ούτε κι εγώ ξέρω τίνος ειδικά προσχεδιασμένου
σκοπού, να έχουν μπει για να τονίζονται στη μέση μιας πληθώρας πολύ πιο
πολυτελών μπιμπελό και λοιπών ποικιλμάτων— χίλια τζάντζαλα
και μάντζαλα ανακατεμένα με παλιοφυλλάδες και η φωτογραφία από την πρώτη κοινωνία
του Προέδρου Σαντί-Καρνό — γερό χαρτόνι, κομμένες γωνίες, χοντρή και χρυσωμένη
άκρη, σοβαρή υπόθεση για όλες τις ρωμαιοκαθολικές οικογένειες, με την υπογραφή
του φωτογράφου. Μες στο σκοτάδι, στο πίσω μέρος του σαλονιού, ένα βαγόνι
εμπορευμάτων με το σχετικό προσωπικό του και με τις ράγιες του γκαράζ του ελαφρώς
πασπαλισμένες με μαργαρίτες και χαμομηλάκια και σκιάδια, αφήνει να διαφανούν κι
έπειτα και να ξεχυθούν μέσ’ απ’ τη μισάνοιχτη πόρτα του τόσο η λάμψη ενός
σερβίτσιου από πορσελάνη Σεβρών όσο και η όμορφη διάταξη των μικρών ποτηριών
για το λικέρ.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου