Πέμπτη 31 Ιουλίου 2014

ΜΑ ΘΑΡΘΩ ΜΙΑ ΜΕΡΑ




ΚΩΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ


[ΜΑ ΘΑΡΘΩ ΜΙΑ ΜΕΡΑ]

Μα θάρθω μια μέρα,
πού, ποιός ξέρει πού;
να στάξω για σένα
δροσιά του ουρανού.

Και θάρθεις μια μέρα,
αλλού τάχα ή εδώ;
ψυχή να μου απλώσης
λευκό το φτερό.

Και θάμαι η πνοή του,
σα να έγινα λες
φωνή στον αέρα
και κλαίω για να κλαις.



Από το βιβλίο: Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, «Τα ποιήματα», Νεοελληνική Βιβλιοθήκη Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, Αθήνα 1992, σελ. 337.


ΡΙΧΑΡΤ ΝΤΕΜΕΛ!




RICHARD DEHMEL


ICH WARF EINE ROSE INS MEER

Ich warf eine Rose ins Meer,
eine blühende Rose ins grüne Meer.
Und weil die Sonne schien, Sonne schien,
sprang das Licht hinterher,
mit hundert zitternden Zehen hinterher.
Als die erste Welle kam,
wollte die Rose, meine Rose, ertrinken.
Als die zweite sie sanft auf ihre Schultern nahm,
musste das Licht, das Licht ihr zu Füßen sinken.
Da fasste die dritte sie am Saum,
und das Licht sprang hoch, zitternd hoch, wie zur Wehr;
aber hundert tanzende Blütenblätter
wiegten sich rot, rot, rot um mich her,
und es tanzte mein Boot,
und mein Schatten auf dem Schaum,
und das grüne Meer, das Meer.

Τετάρτη 30 Ιουλίου 2014

ΕΛΕΓΕΙΑ ΣΤΟ ΛΕΟΝΤΟΧΡΩΜΟ ΠΟΤΑΜΙ



 



CÉSAR CANTONI


ΕΛΕΓΕΙΑ ΣΤΟ ΛΕΟΝΤΟΧΡΩΜΟ ΠΟΤΑΜΙ

    Πρωτότοκη εσύ θυγατέρα του λαμπρού Λα Πλάτα
    προς τα’ ανατολικά σου βλέπεις ήλιον ανοιγμένο,
    ενώ στα ουράνιά σου ρείθρα ιδού συσπειρωμένο
    κυλάει το μεγάλο λεοντόχρωμο ποτάμι.
        Λεοπόλδο Λουγόνες, Στο Μπουένος Άιρες


1.      ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΠΑΛΛΑΜΠΡΟ ΟΥΡΑΝΟ

Κάτω από έναν πάλλαμπρο ουρανό ο ποταμός αργοσέρνεται.
Και σπρώχνει η παλίρροια πάνω νερά ‑ κάτω νερά στις όχθες,
όπου η άμμος, μαύρη απ’ το πετρέλαιο,
βρωμάει πετρελαιίλα, ζέχνει ψόφια ψάρια.
Μέρα ζεστή, την πολιορκούνε μύγες.
Αγόρια με τατουάζ στο κορμί και κορίτσια με μπικίνι
κάνουν ηλιοθεραπεία σε κάτι νησίδες λιγδιάρικες.


2.      ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΑ ΓΥΡΩ ΠΕΡΙΧΩΡΑ

Έρχονται από τα γύρω περίχωρα και κατασκηνώνουν δίπλα
  στο ποτάμι.
Κουβαλούν σακίδια με τρόφιμα, ένα ράδιο, μιαν ομπρέλα
  για τον ήλιο.
Διασκεδάζουν ξάπλα στην άμμο με ανέκδοτα
ξεφυλλίζοντας τσαλακωμένα περιοδικά ή παίζοντας χαρτιά.
Ο αέρας είναι ως συνήθως βαρύς
και το νερό φαίνεται να βράζει σε λιμνούλες ή μικρούλικα
  ρυάκια.
Όσο ο ήλιος του απογεύματος είναι ακόμα ψηλά,
τα κορίτσια φτιάχνουν τα σάντουιτς, τ’ αγόρια ανοίγουν τις
  μπύρες.
Ύστερα τρώνε, πίνουν, μεθάνε.
Κάποιος ανοίγει το ράδιο, βάζει μουσική·
χορεύουν όλοι με ρυθμό λουσμένοι στον ιδρώτα.


3.      ΕΝΑΣ ΣΚΥΛΟΣ ΠΕΡΝΑΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΛΑΖ

Σουρουπώνει. Ένας σκύλος περνάει από τη μοναχική πλαζ.
Το νερό αντανακλά στις όχθες τη θλίψη από τις κλαίουσες.
Ψαράδες που ’χανε μπει έφιπποι στον ποταμό
γυρίζουν τώρα με τα δίχτυα τους φίσκα: γλανίδια και
  πέστροφες.
Εξαχνωμένος πάνω από τις στέγες της φτώχειας ο ήλιος
είναι μάτι ψαριού που κάτι ρωτάει τον θεό και περιμένει
  απάντηση.


4.      ΙΣΑ-ΙΣΑ ΦΩΤΙΖΕΙ Ο ΠΥΡΣΟΣ ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ

Η νύχτα είναι βαθιά και σκοτεινή μες στο ποτάμι.
Ίσα-ίσα φωτίζει ο πυρσός της σελήνης το ρεύμα.
Μια πιρόγα, φαγωμένη στο πλάι, σαρακιασμένη,
έχασε το δρόμο της και πέφτει συνέχεια πάνω σε κάτι
  σκόπελους.


5.      ΜΕ ΑΔΑΜΑΣΤΗ ΛΥΣΣΑ

Πολλές φορές ο ποταμός είναι τέρας τρομερό,
Λεβιάθαν που σφίγγει και συντρίβει ό,τι συναντάει:
ράμπες, πέτρινα αναχώματα, μουχλιασμένες αποβάθρες…
Με αδάμαστη λύσσα ξεριζώνει κολόνες και στύλους,
πνίγει τους δρόμους, πλημμυρίζει των χωρικών τα
  σπιτάκια,
παρασέρνει ζώα, στρώματα, παντόφλες,
τα όνειρα του κόσμου, την ελπίδα…
Στο τέλος μπαίνει χωρίς να βιάζεται στην κοίτη του
και γίνεται ξανά ζώο οικόσιτο.
Και τότε ξερνάει τους πνιγμένους.


6.      ΤΙΣ ΗΜΕΡΕΣ ΤΗΣ ΑΙΘΡΙΑΣ

Από εδώ τις ημέρες της αιθρίας
μπορείς να δεις την Κολωνία, μου έλεγε η μητέρα μου.
Κάποιοι διηγούνταν ότι την είδαν. ‘Η πίστευαν ότι την
  είδαν
τόσες φορές που είπαν και ξανάπαν τη φανταστική τους
  ιστορία.
Κολωνία: πόλη σε απόσταση αναπνοής δια του ονείρου
για τον κόσμο τον απλό σ’ αυτές εδώ τις όχθες
που επικοινωνούν με όλα τα θρυλικά λιμάνια.


7.      ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΜΟΥ ΧΡΟΝΙΑ ΤΑ ΒΑΦΤΙΣΑ

Τα παιδικά μου χρόνια τα βάφτισα σε τούτο το ποτάμι.
Σ’ αυτόν τον ποταμό αγάπησα μια γυναίκα πιο μεγάλη
  από τον πόθο.
Λες νά ’ναι γι’ αυτό η φωνή μου θολή
σαν τα νερά που ξορκίζουνε τώρα τη μνήμη;



Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.






ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΒΙΤΤΟΡΙΟ ΝΤΕ ΣΙΚΑ




ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο VITTORIO DE SICA


IL RITRATTO DI NINETTA

Tavolozza musicale:
coi tasti e col pedale, la Ninetta vi dipingo
Eccola qua!
Perle e denti, stelle gli occhi
perle e denti, stelle gli occhi
due boccioli son gli orecchi
la sua bocca non è bocca
ma una fragola in due spicchi
che l'amore coglierà!
Se ti guarda, se ti ammicca,
se ti guarda, se ti ammicca
ti fai rosso ceralacca
salti come uno stambecco
scoppi come un tricche tracco
pierd 'a capa e lei lo sa!
Tiri tiri tombolì, tiri tiri tombolà.
Tavolozza musicale:
La Ninetta nel morale delle sue virtù presento
Eccola qua!
Nient'affatto capricciosa,
nient'affatto capricciosa,
ma cedevole e cortese
la bontà ce l'ha nel viso
quando ha torto chiede scusa
con un volto d'umiltà
C'è soltanto.... che nel caso
C'è soltanto.... che nel caso
capa 'a forza vo' na' cosa
se revota mezza casa
manda tutti a quel paese
chella dice... e chella fa!
Tiri tiri tombolì, tiri tiri tombolà.
Per finire è naturale
che la moglie più ideale
fra le mogli la Ninetta... diverrà!
Ubbidienza più completa,
ubbidienza più completa
fedeltà incondizionata
occhi bassi e labbra butte
dello sposo innamorata
la salute perderà
se nonchè... non v'illudete
se nonchè... non v'illudete
ve lo diche e non lo dite
chella pensa 'a la salute
che l'atterra a tre mariti
dopo il primo... morto già!
Tiri tiri tombolì, tiri tiri tombolà.

ΟΛΙΒΕΡΙΟ ΧΙΡΟΝΔΟ!




OLIVERIO GIRONDO


ELLA

Es una intensísima corriente
un relámpago ser de lecho
una dona mórbida ola
un reflujo zumbo de anestesia
una rompiente ente florescente
una voraz contráctil prensil corola entreabierta
y su rocío afrodisíaco
y su carnalesencia
natal
letal
alveolo beodo de violo
es la sed de ella ella y sus vertientes lentas entremuertes que
estrellan y disgregan
aunque Dios sea su vientre
pero también es la crisálida de una inalada larva de la nada
una libélula de médula
una oruga lúbrica desnuda sólo nutrida de frotes
un chupochupo súcubo molusco
que gota a gota agota boca a boca
la mucho mucho gozo
la muy total sofoco
la toda “shock” tras “shock”
la íntegra colapso
es un hermoso síncope con foso
un “cross” de amor pantera al plexo trópico
un “knock out” técnico dichoso
si no un compuesto terrestre de líbido edén infierno
el sedimento aglutinante de un precipitado de labios
el obsesivo residuo de una solución insoluble
un mecanismo radioanímico
un terno bípedo bullente
un “robot” hembra electroerótico con su emisora de delirio
y espasmos lírico-dramáticos
aunque tal vez sea un espejismo
un paradigma
un eromito
una apariencia de la ausencia
una entelequia inexistente
las trenzas náyades de Ofelia
o sólo un trozo ultraporoso de realidad indubitable
una despótica materia
el paraíso hecho carne
una perdiz a la crema



Τρίτη 29 Ιουλίου 2014

ΕΓΡΑΦΕ ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟ 1973 Ο ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ



ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ


ΤΡΕΙΣ ΘΑΝΑΤΟΙ

Ζηλεύω σου το θάρρος, Καρυωτάκη,
να σμπαραλιάσεις την τρανή καρδιά,
και την κακοτυχιά σου, Ολύμπιε Τάκη,
να σε πάρουν τα κύματα βαθιά.

Με πάει γελώντας ο Χάρος στα εκατό μου,
σιχάθηκα τον άχαρο εμαυτό μου.
Σπλαχνίσου με, καταραμένε Χάρε,
κι αν όχι εμέ, τη θύμησή μου πάρε.

Όσο τα περασμένα ανακαλώ,
τόσο δε βρίσκω τίποτα καλό.
Πόνοι, αρρώστιες, με κάναν μοιρασιά,
μα θα πάω μοναχά από σιχασιά.


29.07.1973

29 ΙΟΥΛΙΟΥ




ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ


29 ΙΟΥΛΙΟΥ

29 Ιουλίου, αποφράδα ημέρα
της μη γεννήσεώς μου
βρίσκομαι βαθιά μες στα νερά
της θάλασσας του Πόρου
νεοφώτιστος
συντροφιά με τους φίλους μου
τα ψάρια



Από την ποιητική συλλογή: «Καταβύθιση» (1990).
Από το βιβλίο: Μίλτος Σαχτούρης, «Ποιήματα (1980-1998)», Κέδρος Αθήνα 2001, σελ. 59.