Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011
ΤΑΝΑΓΡΑΙΑ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
Ο ΑΓΓΕΙΟΠΛΑΣΤΗΣ
Μιά μέρα, είχε τελειώσει τα σταμνιά, τις γλάστρες, τα τσουκάλι.
Του περίσσεψε
λίγος πηλός. Έφτιαξε μιά γυναίκα. Τα στήθια της
μεγάλα και στητά. Γύρισε αργά στο σπίτι του.
Τον γκρίνιασε η γυναίκα του. Δεν αντιμίλησε. Την άλλη μέρα
κράτησε πιότερο πηλό, κι ακόμα πιότερο την άλλη.
Δε γύρισε στο σπίτι του. Η γυναίκα του τον χώρισε.
Καίνε τα μάτια του. Μισόγδυμνος. Μ’ ένα ζουνάρι κόκκινο
στη μέση του.
Πλαγιάζει ολονυχτίς με πήλινες γυναίκες. Τα χαράματα
ακούς να τραγουδάει πίσω απ’ τη μάντρα του σταμνάδικου.
Έβγαλε και το κόκκινο ζουνάρι του. Γυμνός. Θεόγυμνος.
Και γύρω του
τ’ άδεια σταμνιά, τ’ άδεια τσουκάλια, οι άδειες γλάστρες
κι οι ωραίες, τυφλές, κωφάλαλες γυναίκες με τα δαγκωμένα στήθια.
Από την ποιητική συλλογή «Ταναγραίες» (1967)
Από το βιβλίο: Γιάννης Ρίτσος, «Ποιήματα», τ. Θ΄, Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1989, σελ. 317.
Αλάλητος. Ποτέ δεν το είχα προσέξει.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ. Η.
Πτερόεν
@ Σ.Η: Χαίρε, φίλτατε.
ΑπάντησηΔιαγραφή