ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ
ΕΛΙΣΑΒΕΤΑΤ’ απόκρημνα νερά φρεάτειας αβύσσου
που πίναν ευαγγελισμοί μετάρσιου κήπου,
τα βόσκουν γλυκασμοί πυρρού και ακάματου ίππου:
το αμάλγαμα πυκνού πυρός και γλυκανίσου.
Στο ροδοχάραμα της τρυφερής ειδής σου
το ξύλο καίγεται μες στους παλμούς του χτύπου
που αρμόζει σε πηλούς καλούς, κι ενώ του ρύπου
ορδές το χέρι σου θερίζει που ’ν’ σπαθί σου.
Το μόνιππό σου κελαρύζει στο σεργιάνι
των ελιγμών, χωρίς στιγμή να το ακονίζει
του κορεσμού το φιλντισένιο γιαταγάνι.
Των πόθων οι διαυγάσεις σε όρισαν σεΐζη
συμβεβηκότος που είταν σκυθρωπό και εφάνη
στου χάους να στοχάζεται το μετερίζι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου