ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΚΑΡΙΜΠΑΣ
ΤΟ ΞΑΦΝΙΑΣΜΑ
Δυο Πάνες φουσκομάγουλοι, στου κήπου σου τις στέρνες,
τα χάλκινα —με τρεις οπές— σουράβλια είχαν στα χείλη,
όταν εσύ τις φωτεινές του χάμου έκρουσες φτέρνες
— ζυγά πιτσούνια που έπαιζαν τό 'να το άλλο εφίλει.
Του φραμπαλά σου φτερωτή τότε η —σαΐτα— ρίγα
(των χρυσοκεντημένων της —αράδα— παπαγάλων)
στις γάμπες σου ανελίχτηκε —γοργό ερπετό— που ερίγα
στο αλληλοκυνήγημα των άσπρω σου αστραγάλων.
Kι έφυγες. Ωωω. Σαν αστραπών —στο σέρπιο μονοπάτι—
τύφλες φωτός (και σκίρτημα δορκάδας έρμου δάσου)
έμειναν τ’ άψε-σβήσε σου: το πήδημα, το πάτι
και τ’ αλαφριό, σαν άξαφνου πουλιού, ξεφτούρισμα σου...
Ο Μέγας μπαρμπα-Γιάννης! Γιώργο σ` ευχαριστούμε για τις μοναδικές αναδρομές. Καλό μήνα και σε αναμένομεν εναγωνίως.
ΑπάντησηΔιαγραφή@ Φυρί-φυρί: Θα τα πούμε την Παρασκευή. Χαίρε.
ΑπάντησηΔιαγραφή