ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ
ΜΕ ΜΙΑΝ ΑΝΑΣΑΞεστράτισε του κεραυνού το βλέμμα
και πήγε και σφηνώθηκε στο τζάμι
της άμωμης συλλήψεως ίσιο αίμα.
Σαν τρανταχτό ξεπλέχτηκε πλοκάμι
σε κώμες έγκωμες που με το χτένι
των μετεώρων λίθων βγαίνουν τσάρκα
στων θωπειών τα διάσελλα. Σπασμένη
αναύλωτη στα μαύρα φύκι η βάρκα
διχορροπεί στο χείλος του ανεκκλήτου.
Στην οροφή του κάτω κόσμου σφύζει
των λαμπηδόνων το έθνος και οι νεκροί του
ανίστανται ως θηλιές σε ρωγοβύζι
εγγονοπούλειο που ανυπερθέτως
ορέγονται στο φουλ τα πρίμα-μπάσα
σταφύλια που ’χαψε μεμιάς κι εφέτος
του κεραυνού η θωριά με μιαν ανάσα.
Σ` ευχαριστώ Γιώργο.
ΑπάντησηΔιαγραφή@ Φυρί-φυρί: Χαίρε, φίλτατε.
ΑπάντησηΔιαγραφή