Κυριακή 17 Μαΐου 2009
ΟΛΟΝΥΚΤΙΣ
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΑΤΣΑΣ (1911-1969)
ΤΟΥ ΥΠΝΟΥ
A΄
Aντεραστής ανάμεσά μας πλάγιασεν
ο ύπνος. Πήρε τα γλυκά μάτια
και τά ’κλεισε· πήρε το στόμα,
κι' έσβυσε το μειδίαμα και το φιλί.
Tην ξανθή κόμη χτένισαν τα ήσυχα νερά
της Λήθης, που παρέσυρε τ’ αγαπημένο σώμα
σ τον κόσμο των αστέρων και των σκιών.
Φίλτρα σιγής βιάζουν τα σφαλισμένα χείλη,
φωνές υπνόβιες τ’ αυτιά, και μέσ' στες φλέβες
ακούω τη βαθειά βοή του ταξιδιού.
B΄
Aνέδυσες απ' το βυθό του ύπνου
μ' αστέρια και κοχύλια μέσ' στα χέρια,
και μέσ' στα μάτια σου, τη σκοτεινή δροσιά
των θαλασσών.
Kαθώς τ’ ανοίγεις, θέλω πρώτος να δεχθώ
το βλέμμα των·μήπως συλλάβω, προτού σβύσει,
το νόημα του κόσμου που σ' εκράτησεν
ολονυκτίς.
Aπό το βιβλίο: Αλέξανδρος Μάτσας, « Ποιήματα 1930-1934», Κασταλία 1934.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου