Σάββατο 28 Φεβρουαρίου 2009
ΝΕΡΑ ΚΑΘΑΡΙΑ...
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ
Ο ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ ΘΥΜΑΤΑΙ
ΣΤΙΣ 9 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1857,
ΗΜΕΡΑΝ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΣΑΒΒΑΤΟΝ,
ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΩΡΑΝ ΔΕΚΑΤΗΝ ΠΡΩΙΝΗΝ
ΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΛΒΟ
Ακαταπαύστως... Μα τί και με θάνατον;... Τί θέλει
να πει; Μα και γιατί με σίγμα; Φστου-φστού! Σφυριξιές
φιδιών ή σαν να ξεφουσκώνει κάτι!... Τί με μέλλει
δα εμένανε μ’ εκειές τση λυρικές μισοριξιές!...
Αιθέρια νεύρα –ναι... – ηώα κάγκελα... Σιγά τα σκόρδα!
Θυμίζουν Σούτζους, Ραγκαβήν... Το χάλκεον χέρι του όζει
λυχνίας φαναριώτικης – ωδοποιούσε όπως (πφ!) επόρδα!...
Διαβάζεις μια γραμμή, γρικάς πατάγους, σαν να κρώζει
κοράκων γέννα... Το αεροκινείται του είναι ωραίο... –
το μόνο του! Μα τα ερεβώδη λουτρά του ενθυμούν
το β ό δ ι , αλίμονο, που μουγκανίζει (μούουου)! Σαν λέω
θαλάσσια ξύλα (που απελέκητά είναι), μου ευθυμούν
οι φρένες... Από το Μουστοξύδη, πάντως –θρέμμα
γελοίον– είν’ καλύτερος... που είν’ ευήθης...
Για δάσκαλος μιαδυό πεντάρες vale – ψέμα
δεν είναι. Λ υ - ρ ι - κ ό ς ; Τα ρεύματα της λήθης,
που γράφει, τον παράσυραν – σκωρ-δά-τος! Μα πού νά ’ναι;
Ο Φώσκολος... non so τί τού ’βρε ο Ούγος. Τ ο μ υ α λ ό ;
Καράφλας – όνομα και πράμα! Σάματις του πάνε
τα μαύρα;... ως κοντοστούπης που ’ναι τος, σιορ Νικολό...
Αμ’ κυκλοδίωκτος; Αμ’ αμβροσίοδμον στόμα; Αμ’ άντε
το ακεραύνωτος; Επίθετα!... Χα, αυτά σ’ τα πλέκω
εγώ για πλάκα, ω μπαίγνιο και ρεντικολέτσα grande!
Ε - μ έ - ν α εκάλεσε ο Σπυρέτος για sovrano greco
poeta, κι όχι εσένα ή άλλον!... Πάντως, ό χ ι ε σ έ ν α !
Νερά καθάρια δροσερά, νερά χαριτωμένα...
Κεντρωτή, πρωινιάτικα με κέντρωσες Ποίηση!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ και ρεβερίρω Σε!
Π.K.: Ως προς το "ρεβερίρω" αλλάξαμε ρόλους;! Νά 'σαι καλά. Σε φιλώ. Χαιρετισμούς σε όλους τους φιοροντιλεβαντιώτες!
ΑπάντησηΔιαγραφήΩΔΗ ΕΙΣ ΜΙΞΟΚΑΛΒΕΙΟΥΣ ΣΤΡΟΦΑΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΠΡΟΣ ΤΟΝ ΕΥΣΕΒΕΣΤΑΤΟΝ, ΕΜΒΡΙΘΕΣΤΑΤΟΝ, ΠΡΟΣΗΝΕΣΤΑΤΟΝ ΟΤΡΗΡΟΝ ΤΩΝ ΜΟΥΣΩΝ ΘΑΛΑΜΗΠΟΛΟΝ ΚΥΡΙΟΝ ΤΑΚΗΝ ΠΑΠΑΤΖΩΝΗΝ, ΣΥΝΤΑΧΘΕΙΣΑ ΥΠΟ ΜΑΤΘΑΙΟΥ ΠΑΣΚΑΛΗ ΤΟΥ ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΟΥ ΠΑΡΑ ΤΙΣΙΝ ΑΝΙΔΕΟΙΣ ΚΑΙ ΕΛΑΦΡΟΙΣ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΟΥ ΠΕΠΟΡΩΜΕΝΟΥ, ΥΠΟΨΗΦΙΟΥ ΔΙΑ ΤΟ ΕΠΑΘΛΟΝ ΝΟΒΕΛ, ΕΝ ΠΕΠΟΡΩ, ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ ΚΣΤ΄ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΕΤΟΥΣ ,ΑϡΜΣΤ´
Κατέβα, ω Παν! Και συ Πρίαπε
του καλαμαρίου, ελθέ! Νύμφαι
των πεύκων κρυφθήτε! Τώρα θα υμνήσω
τον Παπατζώνην!
Όπως ο ναύτης, μετά πολλάς Ιθάκας
και ναυάγια, φθάνει εις την όχθην
όπου προσμένει κρονόληρος πατήρ
και κατεβαίνει
μαζί του εις τον υπόγειον τάφον
να προσκυνήσει κάρας προγόνων·
έτσι στρέφω τα νώτα στην φθινοπωρινήν
ισημερίαν.
Ο πείσμων γέρων με τας δασώδεις
οφρύς και το αργυρούν ρεύμα του πώγωνος,
άχυμος, παγερός, τυφλός τον νουν και τα όμματα,
κυφός εμπρός μου,
με σύρει εν μέσω αρπακτικών
τρωκτικών με βλέμμα πολιτευομένου
παμπόνηρον και την ουράν
σαν τριπιτσόνι.
Φεύγει το ριγηλόν πέλαγος
ωσάν το κυανούν πτερούγισμα
της Αλκυόνος, και του παρθένου κύματος
η συνουσία
φεύγει, ανελήφθη, καθώς
κύπτω τον θλιβερόν αυχένα μου
στο σκοτεινόν ανώφλι
με μαύρας σκέψεις.
Τι μ' απομένει; Πού θέλω ευρείν
παρηγορητικόν ελιξίριον;
Συ το κατέχεις, πάροικε του ευγενούς
Κολωνακίου!
Πτωχός ο βίος, πορνικός
ωσάν το κεκμηκός γύναιον
της Τρανσυλβανίας πάλλει
μπλε βλεφαρίδας·
χασμάται και ονειρεύεται
εν εγρηγόρσει πράξεις
πανούργους και μιαράς
και ψυχοφθόρους.
Δεν με τρομάζει, μήτε
θέλω δειλιάσειν, αφ' ου
ΣΥ μένεις στην ταράτσαν σου
πιστός εις τ' άστρα!
Άγε, λοιπόν, άδραξον
την Λύραν και τον Στέφανον,
Φίλε, και δώσε με λέξεις
εσταυρωμένας!
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ, ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β', ΊΚΑΡΟΣ, σελ. 94-96
Υ.Γ. Αν της χαράς τον γέλωτα
ιδής εις φιλικόν
δείπνον περιπετώμενον
απ' ίδρωτα θανάτου
στάζουν τα φρύδια σου.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ, ΩΔΑΙ, ΛΥΡΙΚΑ, Θ' ΣΤΡΟΦΗ από ΩΔΗ ΕΝΝΑΤΗ, ΕΙΣ ΤΟΝ ΠΡΟΔΟΤΗΝ, ΣΕΛ. 236, ΕΚΔ. ΩΚΕΑΝΙΔΑ.
ΤΑ ΣΕΒΗ ΜΑΣ!