ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ
ΚΑΡΤΕΣΙΑΝΟ ΦΡΕΑΡΜες στη σπηλιά της τη σκολιά φυλακισμένος
τον ύπνο να τρυγώ και να ονειρεύομαι ότι
ελεύθερος αντλώ το κάλλος της στα σκότη·
σε σέμνωμα εκείνη να σαρκούται ασμένως
των πόθων, που με ωθούσε
ε κ ε ί να ζω δεμένος:
στου πηγαδιού τον Καύκασο, και το συκώτι
ο μέσα γύπας να μου τρώγει του δεσμώτη .
Κι ενώ με ντύνει του ήμερου έρωτα το σθένος,
ο τρόμος πως κοιμάμαι και ότι νιώθω σκόνη
και κουρνιαχτός θα γίνει, σαν ξυπνήσω, η χάρη
η δαψιλή που με νοτίζει, με φορτώνει
στου Χάρου την καρότσα, που τη σέρνουν άτια
στου αχάτη το πιο μαύρο μαύρο, και σε αμπάρι
ονείρων με πετά που το σφαλνούν δυό μάτια.
Ε Δ Ω:
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://pakapodistrias.blogspot.com/2008/11/blog-post_26.html
κι Ε Δ Ω:
http://pakapodistrias.blogspot.com/2008/11/blog-post_27.html
@ Π.Κ.: Καλημέρα, φίλε.
ΑπάντησηΔιαγραφή"σε σέμνωμα εκείνη να σαρκούται ασμένως"
ΑπάντησηΔιαγραφήΩραιότατος στίχος.
Εξίσου ωραία η φωτογραφία. Και ταιριαστή του στίχου.