Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2008
ΛΕΚΟΝΤ ΝΤΕ ΛΙΛ: "ΤΑ ΡΟΔΑ ΤΟΥ ΙΣΠΑΧΑΝ"
LECONTE DE LISLE (1818-1894)
LES ROSES D’ISPAHAN
Les roses d’Ispahan dans leur gaîne de mousse,
Les jasmins de Mossoul, les fleurs de l’oranger
Ont un parfum moins frais, ont une odeur moins douce,
O blanche Leïlah ! que ton souffle léger.
Ta lèvre est de corail, et ton rire léger
Sonne mieux que l’eau vive et d’une voix plus douce,
Mieux que le vent joyeux qui berce l’oranger,
Mieux que l’oiseau qui chante au bord du nid de mousse.
Mais la subtile odeur des roses dans leur mousse,
La brise qui se joue autour de l’oranger
Et l’eau vive qui flue avec sa plainte douce
Ont un charme plus sûr que ton amour léger !
O Leïlah ! depuis que de leur vol léger
Tous les baisers ont fui de ta lèvre si douce,
Il n’est plus de parfum dans le pâle oranger,
Ni de céleste arome aux roses dans leur mousse.
L’oiseau, sur le duvet humide et sur la mousse,
Ne chante plus parmi la rose et l’oranger ;
L’eau vive des jardins n’a plus de chanson douce,
L’aube ne dore plus le ciel pur et léger.
Oh ! que ton jeune amour, ce papillon léger,
Revienne vers mon coeur d’une aile prompte et douce,
Et qu’il parfume encor les fleurs de l’oranger,
Les roses d’Ispahan dans leur gaîne de mousse !
********************************
ΤΑ ΡΟΔΑ ΤΟΥ ΙΣΠΑΧΑΝ
Μέσα στη χλόινη αγκαλιά τα ρόδα του Ισπαχάν
και τ’ άνθη της πορτοκαλιάς και τ’ άγριου ναρκίσου
πολύ λιγότερη ευωδιά τριγύρω τους σκορπάν
απ’ ό,τι, ω άσπρη Λεϊλά, η ανάλαφρη πνοή σου.
Κοράλλι είναι τα χείλη σου, κι η μάγη σου λαλιά
με πιο γλυκύτερη φωνή απ’ το νερό αντηχάει,
γλυκύτερ’ από τον άνεμο μες στην πορτοκαλιά
κι απ’ το πουλί που απ’ τη φωλιά του έξω κελαηδάει.
Αλλά των ρόδων η λεπτή κι ευγενικιά ευωδιά,
η αύρα που ψιθυριστά φέρνει χαρές του δάσους
και το νερό που με γλυκύ παράπονο κυλά
κρατούν περισσότερο τη χαρά από τον έρωτά σου.
Ω Λεϊλά! Απ’ τη στιγμή π’ όλα σου τα φιλιά
από τα χείλη σου έφυγαν με τ’ αλαφριά φτερά τους,
δεν ευωδιάζει άλλη φορά η ωχρή πορτοκαλιά,
ουδέ τα ρόδα του Ισπαχάν στη χλόινη αγκαλιά τους.
Και το πουλί που εκάθονταν στη χλόη μαλακά,
έπαψε πια να τραγουδεί στα δέντρα, στα λουλούδια,
και το νερό σταμάτησε να τραγουδεί γλυκά,
κι η χαραυγή δε στέλνει πια τα χρυσαφένια χνούδια.
Ω, πώς προσμένω να δεχτώ μ’ ολάνοιχτη αγκαλιά
τα χάδια σου που έφυγαν με τ’ αλαφριά φτερά τους,
για να ευωδιάσει η ωχρή ξανά πορτοκαλιά
ως και τα ρόδα του Ισπαχάν στη χλόινη αγκαλιά τους!
Μετάφραση: Γιώργος Κοτζιούλας.
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό των Αθηνών «Μπουκέτο», έτος ΣΤ΄, τεύχος 280 (15.8.1929), σελ. 941.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου