ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ (1920-1998)
ΘΑ ΣΑΣ ΠΕΡΙΜΕΝΩΘα σας περιμένω μέχρι τα φοβερά μεσάνυχτα αδιάφορος -
δεν έχω πια τι άλλο να πιστοποιήσω.
Οι φύλακες κακεντρεχείς παραμονεύουν το τέλος μου
ανάμεσα σε θρυμματισμένα πουκάμισα και λεγεώνες.
Θα περιμένω τη νύχτα σας αδιάφορος
χαμογελώντας με ψυχρότητα για τις ένδοξες μέρες.
Πίσω από τον χάρτινο κήπο σας
πίσω από το χάρτινο πρόσωπό σας
εγώ θα ξαφνιάζω τα πλήθη
ο άνεμος δικός μου
μάταιοι θόρυβοι και τυμπανοκρουσίες επίσημες
μάταιοι λόγοι.
Μην αμελήσετε.
Πάρτε μαζί σας νερό.
Το μέλλον μας θα έχει πολύ ξηρασία.
Ένα ραντεβού στον Φιλιππότη με τον Μ.Κ. που δεν έγινε ποτέ. Θυμάσαι; Σήμερα είναι σουβλατζίδικο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚΑΙ ΔΥΟ ΑΠΟ ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΠΑΤΕΡΑ
Ακούσατε μια παράδοξη παράξενη ιστορία
για τον πατέρα με τη φυσαρμόνικα.
Τελάληδες, κοντραμπασίδες και της μηχανής του τσεβελέκου σπαΐδες
όσοι του πατρός ζητάτε τη γνώση, ακαμάτηδες και διακοναρέοι,
ωραίοι νέοι και του δεκάξι Φαρισαίοι.
Της Σμύρνης με τη Γαλλική σχολή σπουδαίοι
όσοι ακούτε με παλιές παρέες, όλοι εσείς που θέλετε γνώση
του πατέρα την ιστορία, όσοι για πατρίδες νύχτες μιλάτε τόσοι ανθρώποι,
γυναίκες παιδιά μια ιστορία λυρική παλιά, για φυσαρμόνικα και κάποιο πατέρα
για νύχτα και μέρα ακούσατε την ιστορία στον αέρα.
Στην αρχή ήταν οι τρεις χαλύβδινοι αιώνες
στου Μπαρτζελιώτη με καρεκλάκι οι Παρθενώνες
και μετά ήρθε η θάλασσα και μεσόγειος νησιά,
ο δρόμος με τη βρύση πέτρινη παλιά, παλιώσαν όλα μέσα σε μια νυχτιά.
Γέρασε η Ελένη για μια νυχτιά και το '23 ήτανε αυτό που λες 1910, αποκοτιά!
Πηγάδια υπόγεια ποταμοί, με του νέγρου το μωρό στη φυλακή
οι αταμάνοι οι Κοζάκοι οι παλιοί.
Μετά δύο τροχοί αλέθαν σιτάρι βροχή
με τη σιδερολαβή του πυρπολητή Κανάρη, έλειπε η σιδερένια γροθιά.
Του πατέρα το σπίτι πάνω σε καρφιά, δεν έκλαψε, δεν έκλαψε,
του Πόντου Άρη καθώς φεύγαν τα πουλιά.
Χόρεψε, χόρεψε, χόρεψε μόνος για πρώτη φορά,
δε γύρισε δεν ήτανε πατέρας πια.
ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΟΥ
Την εικόνα σου σεβάστηκα
στη φλόγα δεν εκράτησα,
την εικόνα την καλή
θα σου φέρω μιαν αυγή.
Χρώματα, χρώματα
άσε τα καμώματα
χρώματα, χρώματα
χρώματα κι αρώματα.
Την εικόνα σου σεβάστηκα
και κράτησα
και τα χέρια μου θα ενώσω
πριν στη ζητιανιά τη δώσω.
Χρώματα, χρώματα
χρώματα κι αρώματα
χρώματα, χρώματα
άσε τα καμώματα.
@ μένανδρος: Αυτά δεν ξεχνιούνται. Τα δύο τραγούδια, που μου ποστάρισες, τά έχω βάλει στον ΛΕΟΝΤΑ ΑΙΛΟΥΡΟ. Χαίρε.
ΑπάντησηΔιαγραφή