Δευτέρα 12 Μαρτίου 2007
ΕΡΩΤΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ
EDUARD MÖRIKE (1804-1875)
AN DIE GELIEBTE
Wenn ich, von deinem Anschaun tief gestillt,
Mich stumm an deinem heilgen Wert vergnuege,
Dann hoer ich recht die leisen Atemzuege
Des Engels, welcher sich in dir verhuellt.
Und ein erstaunt, ein fragend Laecheln quillt
Auf meinem Mund, ob mich kein Traum betruege,
Dass nun in dir, zu ewiger Genuege,
Mein kuehnster Wunsch, mein einzger, sich erfuellt?
Von Tiefe dann zu Tiefen stuerzt mein Sinn,
Ich hoere aus der Gottheit naechtger Ferne
Die Quellen des Geschicks melodisch rauschen.
Betaeubt kehr ich den Blick nach oben hin,
Zum Himmel auf - da laecheln alle Sterne;
Ich kniee, ihrem Lichtgesang zu lauschen.
ΟΤΑΝ ΚΟΙΤΩ
Όταν κοιτώ την άγια σου οπτασία
Κι αμίλητη η ψυχή μου μπρός σου μένει,
Ακούω σα μιάν ουράνια μελωδία
Τον άγγελο, που μέσα σου ανασαίνει.
Χαμογελώ με μια βουβή απορία,
Μάγεμα ονείρου σάμπως να με δένει·
Κι η πιο τρελή μου νιώθω επιθυμία
Τη δίψα της κοντά σου πως χορταίνει.
Πετά σε νύχτια ο νους μου τότε χάη
Κι απόκοσμη μια μουσική σκορπάει
Το δώμα του Θεού, που πάει να κρούσει.
Βλέπει η ψυχή μου τρέμοντας τα αιθέρια
Και γονατίζει κάτω από τ’ αστέρια
Το φωτεινό τραγούδι τους ν’ ακούσει.
Μετάφραση: Λέων Κουκούλας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου