Σάββατο 31 Ιανουαρίου 2009

ΑΠΟ ΚΕΡΑΣΙΑ


ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ


ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΦΟΡΑΝ ΤΗΣ ΕΦΑΠΤΟΜΕΝΗΣ


Το δάχτυλο θα δει ξανά το δαχτυλύδι
του Γύγη και το στόμα δίκην γεγονότος
υπερσυντελικού θ’ ανοίξει και ως πιλότος
σπονδές στον σκύλο θα τελέσει. Τότε εν είδει

αριστεράς στροφής θ’ αναφανούν ανάρια
φανάρια θυέλλης διάτρητα από ανάσες σκότους
ν’ αποσκεπάσουν στη σιωπή το μυστικό τους
και να ζυγίσουν κόρακες με απτά καντάρια.

Αποσκωρακισμένα ειδώλια και πλαγγόνες
παντρύφηλες τριφύλλι θα βοσκάν στον κάμπο
των λαμπηδόνων, κι όταν θα με σπρώξεις νά ’μπω,
θ’ αγωνιστώ δαγκώνοντας Ταρσούς και Αγκώνες.

  Φαρσί θα πεις κι εσύ κεσέδες και φαράσια
  να με κεράσεις βυσσινάδα από κεράσια.

ΤΟ "ΕΔΩ"



ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ


ΧΤΙΣΤΕΣ


Έχετε δει αυτούς τους χτίστες από ένστιχτο
κι αυτούς τους άλλους από επάγγελμα
και τους τρίτους από εκδίκηση στο θάνατο
κι αυτούς από συνείδηση κι απόφαση;

ΚΙ αυτοί κι εκείνο πότε πότε σταματάνε,
σκουπίζουνε τ’ ασβεστωμένα χέρια τους στα παντελόνια τους,
σκουπίζουν τον ιδρώτα τους και κλαίνε.
Τα μάτια τους δεν τα σκουπίζουν.

Ωστόσο, κι έτσι, η λάσπη δένει καλύτερα.
Κι αυτό τραβάει πιο πέρα απ’ το σκοπό τους.
Γι’ αυτό το βράδυ, όλοι οι χτίστες ονειρεύονται
εκείνο το άγνωστο, το αόριστο «πιο πέρα»
και κάθε πρωί χτίζουν καλύτερα το «εδώ».



Από τη συλλογή ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ, ΣΕΙΡΑ ΠΡΩΤΗ (1957-1963).
Από το βιβλίο: Γιάνης Ρίτσος, «Ποιήματα», τόμος Θ΄, Κέδρος, Αθήνα 1989, σελ. 205.

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΠΟΥΕΝΟ


ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η CATERINA BUENO


CADE L’ULIVA


Cade l'uliva e non cade la foglia
le tue bellezze non cadono mai
sei come il mare che cresce a onde
cresce per vento ma per acqua mai.

E tu sei come l'erbo tenerino
quanto più cresci più 'dventi bellino
e tu sei come l'erbo tenerello
quanto più cresci più doventi bello.

ΦΡΑΝΘΙΣΚΟ ΔΕ ΛΑ ΤΟΡΡΕ!


FRANCISCO DE LA TORRE (¿1534 - 1594?)


[BELLA ES MI NINFA]


Bella es mi Ninfa, si los lazos de oro
al apacible viento desordena;
bella, si de sus ojos enajena
el altivo desdén, que siempre lloro.

Bella, si con la luz que sola adoro
la tempestad del viento y mar serena;
bella, si a la dureza de mi pena
vuelue las gracias del celeste coro.

Bella si mansa, bella si terrible;
bella si cruda, bella esquiva, y bella
si vuelue grave aquella luz del cielo,

cuya beldad humana y apacible
ni si puede saber lo que es sin vella,
ni vista entenderá lo que es el suelo.



Το ποίημα μάς το έστειλε η εικονιζόμενη φίλη του μπολγκ κ. Amanda Detmer.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΤΖΙΜ ΚΡΟΤΣΕ


ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο JIM CROCE


TIME IN A BOTTLE


If I could save time in a bottle
The first thing that Id like to do
Is to save every day
Till eternity passes away
Just to spend them with you

If I could make days last forever
If words could make wishes come true
Id save every day like a treasure and then,
Again, I would spend them with you

But there never seems to be enough time
To do the things you want to do
Once you find them
Ive looked around enough to know
That youre the one I want to go
Through time with

If I had a box just for wishes
And dreams that had never come true
The box would be empty
Except for the memory
Of how they were answered by you

But there never seems to be enough time
To do the things you want to do
Once you find them
Ive looked around enough to know
That youre the one I want to go
Through time with

Η ΠΕΡΙΒΟΛΗ ΤΩΝ ΥΠΕΡΒΟΛΩΝ


ΑΓΓΕΛΑ ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ (1938)


ΥΠΕΡΒΟΛΕΣ


Η έκφρασή μου, αντιλαμβάνομαι,
κλίνει προς το μπαρόκ.
Εκφράσεις βαρύγδουπες,
χυμώδεις οι λέξεις.
Στη μηχανή ορυμαγδός.

Πάντα επέμενες πως «το τραβάω» πολύ.
Και πάλι έχεις δίκιο. Όντως.
Προϊόντος του χρόνου
αποκαλύπτομαι σε νέα υπερβολή.
Οι τάσεις οι ίδιες πάντα
σε νέα –ας πούμε ποιητική– περιβολή.



Από το βιβλίο: Αγγέλα Κυριακοπούλου, «Μίτος μετέωρος κολυμβητής», Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 1991, σελ. 46.

Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2009

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΠΕΘΑΝΕ Ο ΦΡΑΝΣΙΣ ΠΟΥΛΕΝΚ (1899-1963)


FRANCIS POULENC, CONCERTO FOR TWO PIANOS AND ORCHESTRA in d minor (1932)

Πιάνο 1: Francis Poulenc.
Πιάνο 2: Jacques Février.
Παίζει η Orchestra National de la RTF.
Διευθύνει ο Georges Prêtre.






Ο ΛΑΚΗΣ ΧΑΛΚΙΑΣ ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟ: "ΤΟΥΜΠΟΥ ΤΟΥΜΠΟΥ ΖΑ"


ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΛΑΚΗΣ ΧΑΛΚΙΑΣ


ΤΟΥΜΠΟΥ ΤΟΥΜΠΟΥ ΖΑ


Εδώ δεν έχει σύνορα
δεν έχει καλοσύνη
μπροστά πηγαίνει ο αρχηγός
και πίσω του οι σκύλοι
Τραπέζι πεντακάθαρο
λεφτά, χαρτιά και τσόχα
κρατάς τη μύτη σου μακριά
να μη σε πάρει η μπόχα

Α καπού κουλουκουπού κουλουκουπού κουλουκουπά...
Τούμπου τούμπου ζα, τούμπου μάγοι
θα μας ψήσουν οι ανθρωποφάγοι
τούμπου τούμπου ζα, τούμπου ζίτσου
στο καζάνι κι η μαμά του Κίτσου
Τούμπου τούμπου και τα μπου
φάγαν τη γριά, ντου ντου
ντούμπου ντούμπου ντούμπου και μπα μπου
πέσαν όλα τα ταμπού

Εγύριζα όλη τη γη
με ένα αεροπλάνο
μοντέλο απ' την κατοχή
που 'χε φωνή σοπράνο
Σ' ένα σταθμό μου είπανε
όλη την ιστορία
στη ζούγκλα πως χαθήκατε
σας φάγαν τα θηρία

Α καπού κουλουκουπού κουλουκουπού κουλουκουπά...
Τούμπου τούμπου ζα, τούμπου μάγοι
θα μας ψήσουν οι ανθρωποφάγοι
τούμπου τούμπου ζα, τούμπου ζίτσου
στο καζάνι κι η μαμά του Κίτσου
Τούμπου τούμπου και τα μπου
φάγαν τη γριά, ντου ντου
ντούμπου ντούμπου ντούμπου και μπα μπου
πέσαν όλα τα ταμπού

Εκείνο που δεν μάθατε
κι οι μαύροι εγελάγαν
είναι γιατί ψοφήσανε
τα ζώα που σας φάγαν
Δηλητηριαστήκανε
από τα δυο κορμιά σας
το λέει το ραδιόφωνο
κρίμα στην ανθρωπιά σας

Α καπού κουλουκουπού κουλουκουπού κουλουκουπά...
Τούμπου τούμπου ζα, τούμπου μάγοι
θα μας ψήσουν οι ανθρωποφάγοι
τούμπου τούμπου ζα, τούμπου ζίτσου
στο καζάνι κι η μαμά του Κίτσου
Τούμπου τούμπου και τα μπου
φάγαν τη γριά, ντου ντου
ντούμπου ντούμπου ντούμπου και μπα μπου
πέσαν όλα τα ταμπού

Στο δέντρο αναπαυτήκανε
τα δυο καημένα ζώα
ενθάδε κείται έγραψαν
ο λέων με τον βόα
Γι' αυτό ν' ακούς τις συμβουλές
του γέρου προς του τράγου
που φάγαμε εψές αργά
στη στάνη του Πανάγου

Α καπού κουλουκουπού κουλουκουπού κουλουκουπά...
Τούμπου τούμπου ζα, τούμπου μάγοι
θα μας ψήσουν οι ανθρωποφάγοι
τούμπου τούμπου ζα, τούμπου ζίτσου
στο καζάνι κι η μαμά του Κίτσου
Τούμπου τούμπου και τα μπου
φάγαν τη γριά, ντου ντου
ντούμπου ντούμπου ντούμπου και μπα μπου
πέσαν όλα τα ταμπού

Μη με αφήνεις μοναχή μου
μη με αφήνεις μόνη τη φτωχή
μη με αφήνεις μοναχή μου
μη με αφήνεις, σε παρακαλώ

Α καπού κουλουκουπού κουλουκουπού κουλουκουπά...
Τούμπου τούμπου ζα, τούμπου μάγοι
θα μας ψήσουν οι ανθρωποφάγοι
τούμπου τούμπου ζα, τούμπου ζίτσου
στο καζάνι κι η μαμά του Κίτσου
Τούμπου τούμπου και τα μπου
φάγαν τη γριά, ντου ντου
ντούμπου ντούμπου ντούμπου και μπα μπου
πέσαν όλα τα ταμπού

ΡΟΒΕΡΤ ΦΡΟΣΤ!


ROBERT FROST


THE AIM WAS SONG


Before man came to blow it right
The wind once blew itself untaught,
And did its loudest day and night
In any rough place where it caught.

Man came to tell it what was wrong:
It hadn't found the place to blow;
It blew too hard--the aim was song.
And listen--how it ought to go!

He took a little in his mouth,
And held it long enough for north
To be converted into south,
And then by measure blew it forth.

By measure. It was word and note,
The wind the wind had meant to be--
A little through the lips and throat.
The aim was song--the wind could see.

Before man came to blow it right
The wind once blew itself untaught,
And did its loudest day and night
In any rough place where it caught.

Man came to tell it what was wrong:
It hadn't found the place to blow;
It blew too hard--the aim was song.
And listen--how it ought to go!

He took a little in his mouth,
And held it long enough for north
To be converted into south,
And then by measure blew it forth.

By measure. It was word and note,
The wind the wind had meant to be--
A little through the lips and throat.
The aim was song--the wind could see.



Το ποίημα μάς το έστειλε η εικονιζόμενη φίλη του ιστολογίου κ. Alina Vacariu.

Πέμπτη 29 Ιανουαρίου 2009

ΣΤΗ ΓΑΛΗΝΗ


FRANTIŠEK HALAS


ΟΤΑΝ


Όταν οι κρύσταλλοι στα κειμήλια αναχαντρώνονται
όταν οι γούνες άπασες λυσσάν σαν χίλια παγώνια

ξέρω πως αρχίζει εμένα ο χρόνος μου

Όταν τα εκπορνευόμενα όνειρα ώσπερ η χιών άσπιλα γίνονται
όταν τούτα τα βρώμικα δάχτυλα καίγονται στο μελάνι

μι’ ανάπαυλα στον εαυτό μου χορηγώ την αξίζει

Όταν όλα τα φυλλοβόλα βιβλία από ντροπή θα ξεφυλλίζονται
όταν κόσμο επί πλέον το πλοίο σου θ’ αρχίσει να σκέφτεται

τότε θα γίνει ν’ αφεθώ κι εγώ στη γαλήνη



Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

COSIMA DIAS CAMPOS & MARIANO DIAS CAMPOS: ΜΕΓΑΛΑ ΖΕΥΓΑΡΙΑ ΤΟΥ ΤΑΝΓΚΟ 15



Χορεύουν ο MARIANO DIAS CAMPOS και η COSIMA DIAS CAMPOS το τάνγκο Malena του OSVALDO PUGLIESE.

ΓΕΪΤΣ!


W.B. YEATS


THE MAGI


Now as at all times I can see in the mind's eye,
In their stiff, painted clothes, the pale unsatisfied ones
Appear and disappear in the blue depths of the sky
With all their ancient faces like rain-beaten stones,
And all their helms of silver hovering side by side,
And all their eyes still fixed, hoping to find once more,
Being by Calvary's turbulence unsatisfied,
The uncontrollable mystery on the bestial floor.



******************

ΟΙ ΜΑΓΟΙ


Τώρα όπως κάθε φορά μπορώ να δω μέσα στο νου
εκείνους τους χλομούς με τη σκληρή χρωματιστή περιβολή
νά ’ρχονται και να φεύγουν στο γαλάζιο τ’ ουρανού
μ’ όλα τ’ αρχαία τους πρόσωπα σαν πέτρες στη βροχή,
μ’ όλες τις ασημένιες περικεφαλαίες κοντά κοντά,
μ’ όλα τα μάτια απλανή, ελπίζοντας να ξαναβρούν εδώ,
οι ανικανοποίητοι απ' την ταραχή τού Γολγοθά,
το αχαλίνωτο μυστήριο στης φάτνης το σανό.



Μετάφραση: Σπύρος Ηλιόπουλος.


Το υλικό της ανάρτησης μάς το έστειλε η εικονιζόμενη φίλη του ιστολογίου κ. Almudena Fernandez.

ΣΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΜΑΤΑΙΩΣ


VOLKER BRAUN (1939)


ΤΕΧΝΗ


Χορεύει στους τάφους, με χάρη
με τη δόλια μνήμη της. ΞΕΡΟΥΜΕ
ΟΤΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΡΑΤΗΘΟΥΜΕ ΣΕ ΤΙΠΟΤΑ. Καλεί
τους πεθαμένους, τους ξεχασμένους
αυτούς με τα μαχαίρια και τις αξιώσεις τους. Η αγάπη
έσβησε, ο θυμός πάγωσε,οι σπαταλημένοι καιροί. Ποια
είναι η σκέψη που εμείς οι
θνητοί βάζουμε ενάντια στο ΜΕΓΑΛΟ ΜΑΤΑΙΩΣ; Τολμά να την σκεφτεί
υπόγεια εκεί όπου όλα ζουν. Πώς
είναι δυνατόν τα πράγματα στην κατάσταση που είναι
να χορεύουν;



Μετάφραση: Νίκος Παναγόπουλος.
Παρμένο από το φιλικό ιστολόγιο «Ποιείν».

ΚΑΝΕΙ ΠΟΛΕΜΟ



ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΠΑΝΟΣ ΤΖΑΒΕΛΛΑΣ


Ο ΑΡΗΣ ΚΑΝΕΙ ΠΟΛΕΜΟ


Βαριαναστενάζουν τα βουνά
ο ήλιος σκοτεινιάζει
το δόλιο το μικρό χωριό
και πάλι ανταριάζει

Λαμποκοπούν χρυσά σπαθιά
πέφτουν τουφέκια ανάρια
ο Άρης κάνει πόλεμο
με αντάρτες παλληκάρια

Ελα βρε άπιστε Ιταλέ
φασίστα Μουσολίνι
να μετρηθούμε οι δυο μαζί
να δεις το τί θα γένει

Δεν έχεις γέρους και άρρωστους
μικρά παιδιά να σφάξεις
ούτε κορίτσια ντροπαλά
ούτε χωριά να κάψεις

Παπάδες για να τυρρανάς
στη μέση στο παζάρι
Εχεις μπροστά σου σήμερα
στον καπετάνιο Άρη

Που γρήγορος σαν τον άνεμο
σαν το γοργό το αγέρι
Φασίστες ξέκανε πολλούς
με δίκοπο μαχαίρι

ΑΝΕΜΟΣ


ΤΑΣΟΣ ΖΕΡΒΟΣ (1935-1995)


ΠΡΟΒΛΕΨΗ ΓΙΑ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΤΑΦΗ


Ενθάδε κείται ο ποιητής Ζερβός
γρήγορος, που του άρεσε να φαίνεται αργός
στιχων γυμνών, θνητών και πελταστών αρχός
αετός στο ξέφωτο, στο λίγο φως ασβός
αυλιάς στο πέλαγος, στα ξέβαθα σαργός,
δήλος στα άδηλα, στα δήλα μυστικός
στους πρώτους έσχατος, στους έσχατους εμπρός
τώρα άνεμος είναι στα κατάρτια της Αργώς.



Από το βιβλίο: Τάσος Ζερβός, «Τα ποιήματα», φιλολογική επιμέλεια Άγγελος Παρθένης, Το Ροδακιό, Αθήνα 2004, σελ. 264.

Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2009

ΧΑΡΤΑΕΤΟΙ



ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ


ΚΗΛΙΔΕΣ ΧΑΡΤΑΕΤΩΝ ΣΤΑ ΝΕΦΗ ΑΝΑΡΙΑ


       Un senso che non muove ad’un imagine,
       un colore disgiunto da un’idea
              ANDREA ZANZOTTO


Πανσέδες, σέλινα, πανσέληνα κηπάρια,
νερά που κλαίνε στις πηγές τους άσπρα δάκρυα
από αγάπης νάματα, κι ανάμματα στην άκρια
μιας δάδας που αποπτύει μύρτο και αροκάρια.

Απ’ τους αυλούς σ’ εγχάρακτες λεκάνες ίδρων
χρωστήρες ανεβάζουν σπίρτο αλατισμένο
κι οι μνήμες ένρινες καπνοβολούν καμμένο
καρρώ στις κνήμες με τους οβολούς των μύδρων

που εξαπολύει η φαντασία εν καταστάσει
υγρομελείας. Συμπράξει θυμελαίας σπείρας
πετριά άστοχη του Δευκαλίωνος ή της Πύρρας
τους άρρωστους ρωστήρες του έρωτα θα σπάσει.

   Μες στην ακινησία σβαρνίζονται ωχρά χρώματα·
   τα βλέμματα, ω, πώς σφάλλουν άνεργα και αόμματα!

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΜΑΡΙΑ ΔΟΛΟΡΕΣ ΠΡΑΔΕΡΑ


ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η MARÍA DOLORES PRADERA


AMARRADITOS


Vamos amarraditos los dos
espumas y terciopelo,
yo con un recrujir de almidón
y tú serio y altanero.

La gente nos mira
con envidia por la calle,
murmuran los vecinos,
los amigos y el alcalde.

Dicen que no se estila ya mas
ni mi peinetón ni mi pasador,
dicen que no se estila o no
ni mi medallón ni tu cinturón.

Yo se que se estilan
tus ojazos y mi orgullo,
cuando voy de tu brazo
por el sol y sin apuro.

Nos espera nuestro cochero
frente a la iglesia mayor,
y a trotecito lento recorremos el paseo,
tu saludas tocando el ala
de tu sombrero mejor,
y yo agito con donaire mi pañuelo.

No se estila, ya se que no se estila,
que te pongas para cenar
jazmines en el ojal.

Desde luego parece un juego
pero no hay nada mejor
que ser un señor de aquellos
que vieron mis abuelos.

Nos espera nuestro cochero
frente a la iglesia mayor,
y a trotecito lento recorremos el paseo,
tu saludas tocando el ala
de tu sombrero mejor,
y yo agito con donaire mi pañuelo.

No se estila, ya se que no se estila,
que te pongas para cenar
jazmines en el ojal.

Desde luego parece un juego
pero no hay nada mejor
que ser un señor de aquellos
que vieron mis abuelos.



Την Πραδέρα συνοδεύουν οι Los Gemelos.

ΠΡΟΒΑ ΜΗ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ


ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΕΡΗΣ


ΣΩΜΑ ΣΕ ΜΠΑΝΙΟ


Το σώμα χαλαρώνει στην μπανιέρα
ενταφιασμένο αφρόλουτρα, νερά.
Εξέχει το κεφάλι και θαυμάζει ακίνδυνα τα κύματα.
Μπουνάτσα.
Πρόβα νεκρού σε σίγουρο παρόν
και για παρόν πρόβα μη μέλλοντος.
Πλαδαρότης μηδέν.
Χάδια του σφουγγαριού
στο σώμα
λεν ευχαριστώ που υπάρχει.
Ξεπροβάλλει. Να ένα γόνατο δειλό.
Βγήκε να δε. Κρύβεται πάλι.
Όμως ποιό δάχτυλο τα βρήκε με την αλυσίδα
κι όλο το χθες σε θόρυβο ρουφιέται;
Το σώμα πανικόβλητο προς τον πυθμένα υποχωρεί
παλεύει να ντυθεί τ' απόνερά του
Πέφτει σε ξέρα τελικά.
Μετά, τί να κρατήσουνε τα ρούχα.
Σώμα θα ξεβραστεί σε μέρα πάλι.



Από τη συλλογή «Άκυρο θαύμα», 1996.

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΜΑΡΙΖΑ


ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η MARIZA


DUAS LÁGRIMAS DE ORVALHO


Duas lágrimas de orvalho
Caíram nas minhas mãos
Quando eu te afaguei o rosto
Pobre de mim, pouco valho
Pra te acudir na desgraça,
Pra te valer no desgosto

Por que choras, não me dizes
Não é presciso dizê-lo
Não dizes, eu advinho
Os amantes infelizes
Deveriam ter coragem
Para mudar de caminho

Por amor damos alma,
Damos corpo, damos tudo
Até cansarmos na jornada
Mas quando a vida se acaba
O que era amor, é saudade
E a vida já não é nada

Se estás a tempo, recua
Amordaça o coração
Mata o passado e sorri
Mas se não estás, continua
Disse isto minha mãe
Ao ver-me chorar por ti

ΑΛΦΡΕΤ ΓΚΟΝΚ!


ALFRED GONG (1920-1981)


DIE LIEBENDEN

Die Liebenden haben heut keine Balkone,
kein Stern webt Träume in die Gardinen,
kein Bett ist ihr Eigen. Sie liegen umschlungen,
erwartend den Tod auf glänzenden Schienen.

Sie liegen und frösteln. Die Lider geschlossen.
Um seinen Ηals ihre magere Rechte.
(Einst schien uns der Mond auf das duftende Kissen...)
Leb wohl, fremde Mutter, Erde du schlechte!

Sie lauschen den Hymnen der Frösche und Grillen,
enorm ertönend im Sternenregen
dem Einen – Unsichtbaren und Blinden.
Sie liegen umschlungen und schweigen verlegen.

Wir hören das Nahen des rollenden Todes.
Sie liegen da, geschlossen die Lider,
und fühlen als Letztes die Leere des Hungers,
durchflutet vom Dufte träumender Flieder.



Το ποίημα μάς το έστειλε η εικονιζόμενη φίλη του ιστολογίου, που επιθυμεί να κρταήσει την ανωνυμία της.

Τρίτη 27 Ιανουαρίου 2009

ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ


ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ


ΤΟ ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ ΤΑΝΓΚΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΧΙΟΥΜ



              Χαρισμένο στον Δημήτρη

Με σκηνή θεάτρου μοιάζει
το μυαλό των ανθρώπων·
εντυπώσεις συνάζει
και ιδέες στων τόπων

των κοινών το σανίδι
ως ηθοποιοί να περάσουν
και των έργων του τα είδη
να καλοσυγκεράσουν.

Λόγοι ορθοί ή ζαλισμένοι·
πνεύματα άγρια ή και ψόφια·
σκηνικά, όπου ξεμένει
και ψευδής, μα και ατόφυα

της υποκριτικής η
δουλεμένη γκριμάτσα
ωσάν για να τονίσει
κάποιαν άχρωμη φάτσα.

Και να βάφει η σελήνη
το ταμπλώ των βημάτων
που ξαφρίζουν στη δίνη
των αφράτων κυμάτων

της καρδιάς· και στα σκότη
της νυχτός να υποφέρεις
που το ξέρεις καλά ότι
τον εαυτό σου δ ε ν ξέρεις.

Στροβιλίζεσαι· δένεις
στης στιγμής τον ειρμό όσα
εσκεμμένα συσταίνεις
με της διάνοιας τη γλώσσα.

Το ποτάμι του εαυτού σου
θα σε πνίξει, αν του ανοίξεις
την ορχήστρα του νου σου
για πρεμιέρες και λήξεις.

Σκοτεινές παραστάσεις
-φωτεινό πανηγύρι-
δοκιμάζεις να πιάσεις·
των πελμάτων οι γύροι

στων ιδεών μας τ’ αλώνια
εμπεδώνουν τον χρόνο
μαρτυρώντας πως αιώνια
είν’ η γύμνια μας μόνο.

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΒΙΡΧΙΝΙΑ ΤΟΛΑ


ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η VIRGINIA TOLA


MELODÍA DE ARRABAL


Barrio plateado por la luna,
rumores de milonga
es toda su fortuna.
Hay un fueye que rezonga
en la cortada mistonga,
mientras que una pebeta,
linda como una flor,
espera coqueta
bajo la quieta
luz de un farol.

Barrio... barrio..
que tenés el alma inquieta
de un gorrión sentimental.
Penas...ruego...
¡esto todo el barrio malevo
melodía de arrabal!
Barrio... barrio...
perdoná si al evocarte
se me pianta un lagrimón,
que al rodar en tu empedrao
es un beso prolongao
que te da mi corazón.

Cuna de tauras y cantores,
de broncas y entreveros,
de todos mis amores.
En tus muros con mi acero
yo grabé nombres que quiero.
Rosa, "la milonguita",
era rubia Margot,
en la primer cita,
la paica Rita
me dio su amor.



Μουσική: Carlos Gardel.
Στίχοι: Alfredo Le Pera / Mario Battistella.
Τραγούδι του 1932.

ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΚΟΥΡΕΛΙ



Η LAURA FARIDA ΚΑΙ Ο RONIL CANETE ΧΟΡΕΥΟΥΝ ΜΕ ΤΗ ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΧΑΡΟΥΛΑΣ ΑΛΕΞΙΟΥ


ΤΟ ΤΑΝΓΚΟ ΤΗΣ ΝΕΦΕΛΗΣ


Το χρυσό κουρέλι
που στα μαλλιά της φόραγε η Νεφέλη
να ξεχωρίζει απ' όλες μες στ' αμπέλι
ήρθανε δυό μικροί μικροί αγγέλοι
και της το κλέψανε.

Δυό μικροί αγγέλοι
που στα ονειρά τους θέλαν την Νεφέλη
να την ταΐζουνε ρόδι και μέλι
να μη θυμάται να ξεχνάει τί θέλει.
Την πλανέψανε.

Υάκινθοι και κρίνα
της κλέψαν τ' άρωμα και το φοράνε
κι οι έρωτες πετώντας σαϊτιές,
την περιγελούν.

Μα α καλός ο Δίας
της παίρνει το νερό της εφηβείας
την κάνει σύννεφο και την σκορπά
για να μην τη βρουν.

Δυό μικροί αγγέλοι
που στα ονειρά τους θέλαν την Νεφέλη
να την ταΐζουνε ρόδι και μέλι
να μη θυμάται να ξεχνάει τι θέλει.
Την πλανέψανε.


Μουσική: Loreena McKennit.

Δευτέρα 26 Ιανουαρίου 2009

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΜΕΓΑΛΗ ΔΑΝΑΗ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ ΠΡΙΝ ΜΙΑ ΒΔΟΜΑΔΑ...


ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΔΑΝΑΗ


ΑΣ ΕΡΧΟΣΟΥΝ ΓΙΑ ΛΙΓΟ


Πού νά 'σαι αλήθεια το βράδυ αυτό
που είμαι μόνος, μα τόσο μόνος
και που μαζί μου παίζουν κρυφτό
πότε η θλίψη και πότε ο πόνος

Πού νά 'σαι αλήθεια το βράδυ αυτό
που με χτυπάει τ' άγριο τ' αγέρι
νά 'ρθεις και μ' ένα φιλί καυτό
να με γεμίσεις με καλοκαίρι

Ας ερχόσουν για λίγο
μοναχά για ένα βράδυ
να γεμίσεις με φως
το φριχτό μου σκοτάδι
και στα δυο σου τα χέρια
να με σφίξεις ζεστά
ας ερχόσουν για λίγο
κι ας χανόσουν μετά

Πού νά 'σαι νά 'ρθεις το βράδυ αυτό
σ' αυτούς τους δρόμους που σ' αγαπούνε
το ντουετάκι τους το γνωστό
τα βήματά μας να ξαναπούνε

Πού νά 'σαι να 'ρθεις το βράδυ αυτό
που 'γινε φύλλο ξερό η ελπίδα
νά'ρθεις κοντά μου να φυλαχτώ
από του πόνου την καταιγίδα

Ας ερχόσουν για λίγο
μοναχά για ένα βράδυ
να γεμίσεις με φως
το φριχτό μου σκοτάδι
και στα δυο σου τα χέρια
να με σφίξεις ζεστά
ας ερχόσουν για λίγο
κι ας χανόσουν μετά


Στίχοι: Μίμης Τραϊφόρος.
Μουσική: Μιχάλης Σουγιούλ.

ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ


JORGE LUÍS BORGES


ΕΝΑ ΚΛΕΙΔΙ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ


Αμπαρβανέν, Φαρίας, ίσως Πινέδο,
φυλάνε ακόμα, από της Ισπανίας
τους ανόσιους διωγμούς μακριά τώρα,
το κλειδί κάποιου σπιτιού στο Τολέδο.

Ελεύθεροι πιά από φόβους κι ελπίδες,
κοιτάζουν το κλειδί καθώς βραδυάζει·
ο μπρούντζος κρύβει παρελθόν και αποστάσεις,
λάμψη απαλή και απόμακρη πικρία.

Τώρα που η πόρτα του έχει πιά γίνει στάχτη,
το μέταλλό του γίνεται κλείδα της διασποράς
και του ανέμου, όμοιο με κείνο το άλλο

το κλειδί του αδύτου που πέταξε κάποιος
μες στο γαλάζιο, όιταν ο ρωμαίος όρμησε με βία
και κάποιο χέρι τ’ άρπαξε στον ουρανό.


Μετάφραση: Δημήτρης Καλοκύρης.
Από το βιβλίο: Χόρχε Λουίς Μπόρχες, «Ποιήματα», μετάφραση, εισαγωγή, σχόλια Δημήτρης Καλοκύρης, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2006, σελ. 90.

Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2009

Η ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ: ΓΚΟΥΣΤΑΦ ΜΑΛΕΡ, ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΑΡΙΘΜ. 9

GUSTAV MAHLER, Symphonie Nr. 9, in D-Dur
Royal Concertgebouw Orchestra Amsterdam
Dirigent: Leonard Bernstein


1. Satz: Andante comodo (D Dur)







2. Satz: Im Tempo eines gemächlichen Ländlers. Etwas täppisch und sehr derb (C Dur)






3. Satz: Rondo-Burleske: Allegro assai. Sehr trotzig (a moll)




4. Satz: Adagio. Sehr langsam und noch zurückhaltend (D flat Dur)





ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΡΟΔΡΙΓΟ ΦΛΟΡΕΣ



ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο RODRIGO FLORES


MI BUENOS AIRES QUERIDO


Mi Buenos Aires querido,
cuando yo te vuelva a ver
no habrá más pena ni olvido.

El farolito de la calle en que nací
fue el centinela de mis promesas de amor,
bajo su inquieta lucecita yo la vi
a mi pebeta luminosa como un sol.
Hoy que la suerte quiere que te vuelva a ver,
ciudad porteña de mi único querer,
y oigo la queja de un bandoneón
dentro del pecho pide rienda el corazón.

Mi Buenos Aires, tierra florida,
donde mi vida terminaré,
bajo tu amparo no hay desengaños,
vuelan los años, se olvida el dolor.
En caravana, los recuerdos pasan,
como una estela dulce de emoción.
Quiero que sepas que al evocarte
se van las penas del corazón.

La ventanita de mis calles de arrabal
donde sonríe una muchacha en flor;
quiero de nuevo hoy volver a contemplar
aquellos ojos que acarician al mirar.
En la cortada más maleva una canción
dice su ruego de coraje y pasión;
una promesa y un suspirar
borró una lágrima de pena aquel cantar.

Mi Buenos Aires querido,
cuando yo te vuelva a ver
no habrá más pena ni olvido.



Música: Carlos Gardel.
Letra: Alfredo Le Pera.
Τραγούδι του 1934.



Το τάνγκο αυτό μάς το έστειλε ο φίλος του ιστολογίου κ. Λουσιάνο Γκαγέτι.

Σάββατο 24 Ιανουαρίου 2009

ΡΟΝΣΑΡ!



αφιερωμένο στην Πολυξένη που γιορτάζει σήμερα


PIERRE DE RONSARD


BONJOUR MON COEUR, BONJOUR MA DOUCE VIE


Bonjour mon coeur, bonjour ma douce vie.
Bonjour mon oeil, bonjour ma chère amie,
Hé ! bonjour ma toute belle,
Ma mignardise, bonjour,
Mes délices, mon amour,
Mon doux printemps, ma douce fleur nouvelle,
Mon doux plaisir, ma douce colombelle,
Mon passereau, ma gente tourterelle,
Bonjour, ma douce rebelle.

Hé ! faudra-t-il que quelqu'un me reproche
Que j'aie vers toi le coeur plus dur que roche
De t'avoir laissée, maîtresse,
Pour aller suivre le Roi,
Mendiant je ne sais quoi
Que le vulgaire appelle une largesse ?
Plutôt périsse honneur, court, et richesse,
Que pour les biens jamais je te relaisse,
Ma douce et belle déesse.

Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2009

Ο ΦΡΟΝΙΜΩΤΑΤΟΣ ΠΑΝΤΩΝ ΤΩΝ ΘΗΡΙΩΝ ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ


ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ


ΣΕΡΠΑΝΤΙΝΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΙΝΦΑΝΤΑ, ΚΑΤΑ ΤΟ ΗΘΟΣ ΤΟΥ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΥ ΧΑΛΑΣ


              χαρισμένο τον Θεόδωρο Πέππα

Την κάπαρη της παρρησίας τί πας και μου τη διαολίζεις
στο παρισινό ωτομοτρίς που πήγες και καπάρωσες
αμανάτι βάνοντας τρεις μύγες και δυό πήχες που είχες

Με άτια γουρλωμένα και φώτα διεστώτα του μπουλβάρ
σαν και πρώτα τον ενεστώτα απαγγέλλεις αμφιρρέπουσα
με ταξί αβαρών λεπιδοπτέρων και ασφαίρων μεταξωτών

Αμολύσου δρομαίως σουλτανίνα στα φίδια που φρόνιμα
των ετερωνύμων παρασέρνουν το φρόνημα σε έλξεις αμίλητες
πεσκέσι πέμποντας τον νεύτωνα που κάτω απ’ τη μηλιά θα πέσει

ΣΑΝ ΛΕΙΠΟΥΝ Ο ΚΑΛΟΣ Ο ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΕΝΤΡΙ


BERTOLT BRECHT


Η ΔΑΜΑΣΚΗΝΙΑ


Μες στην αυλή μας έχει μια μικρή δαμασκηνιά.
Χοντρή-λιανή δεν είναι· μήτε γρια είναι μήτε νια.
Τριγύρω της βαλμένον έχουμε ένα φράχτη.
Κανείς δεν την πειράζει – δεν τη βάζεις άχτι.

Μεγάλο πώς να γίνει, αλήθεια, το μικρό δεντρί,
σαν λείπουν ο καλός ο κεντρωτής και το κεντρί;
Και για να μη σκορπιέται εν τέλει ασκόπως λόγος,
δεν έχει και ήλιο για να τη φωτάει αναλόγως.

Πως είν’ δαμασκηνιά δεν θα σ’ το πουν καν τα παιδια,
αφού δαμάσκηνα δεν βλέπουν πάνω στα κλαδιά.
Πλην  ε ί ν α ι,   και βρωμάει δαμασκηνίλα·
απόδειξη αψευδής τα πράσινά της φύλλα.



Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΝΔΗΣ


ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΝΔΗΣ


ΜΑΛΛΙΑ ΣΓΟΥΡΑ


Μαλλιά σγουρά, μαλλιά κοράκου χρώμα
που ανέμιζε ο αγέρας στα ζερβά
σας αγαπούσα πάντοτε, και τώρα
η δόλια μου καρδιά στενάζει και πονά.

Πάει καιρός που έβγαινες στους δρόμους
τη σκούφια φόραγες λεβέντικα στραβά
και τα μαλλιά χυτά πάνω στους ώμους
τ' ανέμιζε ο αγέρας στα ζερβά.

Θά 'ρθουν καιροί, καιροί ευτυχισμένοι
σκλάβοι δε θά 'ναι τότε οι λαοί
θα ζούμε τότε πια αδελφωμένοι
σε μια ελεύθερη ειρηνική ζωή.

Εγώ Άη-Στράτη δε φοβάμαι
είναι κι αυτή μια ελληνική γωνιά
τα μαύρα τα μαλλιά μας κι αν ασπρίσαν
δε μας τρομάζει η βαρυχειμωνιά.

ΡΙΤΣΟΣ!


ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ


ΑΤΟΛΜΙΑ


Εσύ που στοχάζεσαι κι αμύνεσαι· εσύ που λείπεις
κάνοντας τάχα πως μένεις κοντά μας
εδώ, κάτω απ’ τη σκάλα· εσύ με τους φίλους σου
τους παλιούς φανοστάτες, τα γεφύρια – το ξέρεις εσύ·
τον όμορφο λοστρόμο τον δέσαν στο κατάρτι·
ένα μπουκάλι σόδα απόμεινε στο τσίγκινο τραπέζι.
Ακούς, λοιπόν, τις φυσαλίδες; Τί οξυμένη μνήμη·
τί οξυμένη ακοή. Και να νιώθεις ευχάριστα
το γλύστρημα του ψαριού μες στο λαρύγγι του γλάρου.

              Αθήνα, 11.Χ.72


Από το βιβλίο: Γιάννης Ρίτσος, «Γραφή τυφλού», Κέδρος, Αθήνα 1979, σελ. 34.
Το ποίημα μάς το έστειλε η φίλη του ιστολογίου κ. Charisma Carpenter.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΤΖΟΡΤΖΕ ΜΠΑΛΑΣΕΒΙΤΣ


ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο DJORDJE BALAŠEVIĆ


NE VOLIM JANUAR


Ne volim januar ni bele zimske vragove.
U svakom snegu vidim iste tragove,
tragove malih stopa, broj trideset i ko zna,
kako polako odlaze.

Više ne prolazim ulicom Dositejevom
i nemam pojma kad neko pita gde je to.
Tih dvesta šest koraka dužinom tog sokaka
nikad ja nisam brojao.

Nisam te nikad čuvao,
nisam te nikada mazio, pazio.
Tvoju sam ljubav gazio,
svemu smišljao broj.

Nisam te nikad štedeo
i nisam umeo stati ni ostati.
šta ce od mene postati,
mali anđele moj?

Ne gledam filmove iz ranih sedamdesetih,
dosta je suza i rastanaka nesretnih.
Ko takve stvari snima? Baš čudnog sveta ima,
tako se lako rasplaču.

Nisam te nikad čuvao,
nisam te nikada mazio, pazio.
Tvoju sam ljubav gazio,
svemu smišljao broj.

Nisam te nikad štedeo
i nisam umeo stati ni ostati.
šta ce od mene postati,
mali anđele moj?

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΜΑΙΡΗ ΛΙΝΤΑ


Η ΜΑΙΡΗ ΛΙΝΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ ΚΑΙ ΓΚΑΤΣΟ: ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΣΕΙΡΗΝΑΣ

Πέμπτη 22 Ιανουαρίου 2009

ΑΡΑΓΚΟΝ!


LOUIS ARAGON


RICHARD II QUARANTE


Ma patrie est comme une barque
Qu’abandonnèrent ses haleurs
Et je ressemble à ce monarque
Plus malheureux que le malheur
Qui restait roi de ses douleurs

Vivre n’est plus qu’un stratagème
Le vent sait mal sécher les pleurs
Il faut haïr tout ce que j’aime
Ce que je n’ai plus donnez-leur
Je reste roi de mes douleurs

Fuyez les bois et les fontaines
Taisez-vous oiseaux querelleurs
Vos chants sont mis en quarantaine
C’est le règne de l’oiseleur
Je reste roi de mes douleurs

Il est un temps pour la souffrance
Quand Jeanne vint à Vaucouleurs
Ah coupez en morceaux la France
Le jour avait cette pâleur
Je reste roi de mes douleurs


Το ποίημα μάς το έστειλε η φίλη του ιστολογίου κ. Denise Milani.

Ο ΦΑΟΥΣΤΟ ΤΣΙΛΙΑΝΟ ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΝΑΠΟΛΗ, ΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΠΟΥΛΤΣΙΝΕΛΛΑ





ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο FAUSTO CIGLIANO


A CITTÀ ‘E PULΕCENELLA


T’ accumpagno vico vico
sulo a tte ca si’ ‘n amico
e te porto pe’ ‘e quartiere
addò ‘o sole nun se vede
ma se vede tutto ‘o riesto
e s’ arapeno ‘e ffenèste
e capisce comm’ è bella
‘a città ‘e Pulecenella.
Comm’ è bella comm’ è bella
‘a città ‘e Pulecenella

Me dispiace sulamente
ca l’ orgoglio ‘e chesta gènte
se murtifica ogni juórno
pe’ ‘na manica ‘e fetiénte
che nun tèneno cuscienza
e nun tèneno rispetto
comme fanno a piglià suónno
quann’ è ‘a sera dint’ ‘o liétto s
Dint’ ‘o liétto dint’ ‘o liétto
quann’ è ‘a sera dint’ ‘o liétto

Po’ te porto a Margellina
sèmpe ca nun tiéne fretta
verzo ‘e ccìnche d’ ’a matina
quanno ‘o traffico ‘o ppermette
cà è permesso tuttecose
no pecché tiéne ‘o diritto
ma pecché s’ è sèmpe fatto
o è sultanto pe’ dispiétto
Pe’ dispiétto pe’ dispiétto
è sultanto pe’ dispiétto

Me dispiace sulamente
ca l’ orgoglio ‘e chesta gènte
se murtifica ogni juórno
e nuje ce mettimmo scuórno
ma nisciuno po’ ffà niénte
ce zucammo ‘a caramella
comm’ è ddoce e comm’ è bella
‘a città ‘e Pulecenella!
Comm’ è ddoce e comm’ è bella
‘a città ‘e Pulecenella

Δευτέρα 19 Ιανουαρίου 2009

ΠΕΡΑΣΑΝ


ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ


ΠΕΡΑΣΤΙΚΕΣ


Τα κορίτσια διαβήκανε ηδυόνειρα
του Μπωντλαίρ, του Φιλύρα και του Ντε Αντρέ.
Τις σιλουέττες τους τις ξεσηκώνει ρα-
διουργώντας η λύρα en passant στο αντρέ

του παράδεισου. Μες στον χορό πετούν
τις εσάρπες τις μεταξωτές· γυμνά
τα κορμιά τους λαχανιάζουν, σαν να πατούν
τα ποδάρια τους επάνω στα γκρεμνά

φασματώδους ορχήστρας, που ξαφνικά
παιανίζει φρενήρεις παλμούς δασιών
παρελάσεων. Ένα ζώο που γρικά,
ενώ αιωρείται εις τους ιστούς σημασιών,

είναι ο άνθρωπος – λένε. Είπα να μπώ
στον κανόνα κι εγώ, κι ευθύς με πατάν
βαριοί οι στίχοι οι μεθύσκοντες του Ρεμπώ:
Les lointains vers les gouffres cataractant!

Και περάσαν, ναι, πέρασαν όλες τους –
στων περάτων τα πέρατα είναι σκιές.
Τα σολ μόνο και τα λα απ’ τις σόλες τους
μού ’χουν μείνει σε ονείρων γλυκών φασκιές.



Το σχέδιο είναι της Martine Hadamar.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΣΤΡΑΤΟΣ ΠΑΓΙΟΥΜΤΖΗΣ


ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΣΤΡΑΤΟΣ ΠΑΓΙΟΥΜΤΖΗΣ 'Η ΤΕΜΠΕΛΗΣ


ΜΙΝΟΡΕ ΜΑΝΕΣ


Ααααχ
Χτυπώ νεκροί κι ανοίξτε μου,
να μπω για να σκουπίσω.

Να μπω για να σκουπίσω,
τον τόπο τον παντοτινό όπου θα κατοικήσω.


1937

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΜΙΡΙΑΜ ΣΚΑΡΤΣΕΛΛΟ


Η MIRIAM SCARCELLO ΤΡΑΓΟΥΔΑ ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΠΟΥ ΠΡΩΤΟΕΙΠΕ Η ROSA BALISTRERI


'A VIRRINEDDA


Accatari vurria na virrinedda
di notti la to porta spirtusari
vidiri gioia mia quantu si bedda
quannu ti spogli prima di curcari.

E temu ca nun fussi accusì bedda
ca l’occhi nun m’avissiru annurbari
lassa la porta misa a spaccazzedda
ca ju stanotti ti vengu a truvari.

E na varcuzza banner banner
sta dia d’amuri ni vinni a purtari
ridianu tutti li cilesti sferi
trimavanu li specchi di lu mari.

Binidiru lu Diu chi ti manteni
c’accusì bedda ti vosi furmari
spampinanu li ciuri unn’é ca veni
l’ariu tribulatu fai sirinari.

Avia li trizzi din a Mantalena
ntesta si miritava na curuna
nni la to casa nun ci sta lumera
lu lustru lu fait u, stidda Diana.

Catina ca mi teni ncatinatu
catina chi ncatini l’arma mia
beni ti vogliu cchiù di lu me ciatu
accusì criu ca vo beni a mia.


***************************


ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΤΡΥΠΑΝΙ


Πά’ ν’ αγοράσω ένα μικρό τρυπάνι
κι αργά θα ρθώ μιά πόρτα να τρυπήσω
να δω το κοριτσάκι μου τί φτιάνει,
γυμνούλι να το δω, να το κοιμίσω.

Φοβάμαι, όταν σε δω, μη με θαμπώσεις
κι ορμήσω και την πόρτα σου τη σπάσω·
άσε ανοιχτά, χαρά μου, να με νιώσεις,
ζητάω να μπω, γλυκά να σ’ αγκαλιάσω.

Εφτά βαρκούλες με πανιά σε πάνε
του έρωτα το λιμάνι για να πιάσεις,
κι οι εφτά ουρανοί σου ανοίγουν και γελάνε,
χαλάει η κάλμα απάνω της θαλάσσης.

Να’ναι καλά οι εφτά οι θεοί οι γενναίοι
που σ’ έχουν φτιάξει, φως μου, ωραία τόσο.
Κήπους μαραίνει ο ίσκιος σου όπου πνέει·
ζήτα μου τη ζωή μου να σ’ τη δώσω.

Είσαι γλυκιά πολύ, σαν άγια εικόνα,
σαν άγιο μύρο, σαν την Παναγία·
φοράς στην κεφαλή χρυσή κορώνα
και φέγγεις, κι όλα γύρω είν’ ευλογία.

Καδένα (και με δένεις και με ορίζεις),
καδένα (την ψυχή μου οπού έχεις δέσει)
είσαι, και τη ζωή μου μού χαρίζεις –
κι αυτό εμένανε πολύ μ’ αρέσει.



Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

Η ΚΟΡΙΝΑ ΠΙΑΤΤΙ ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ ΤΗΝ "ΠΕΤΑΛΟΥΔΑ"



ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η CORINA PIATTI


LA MARIPOSA


No es que este arrepentido
de haberte querido tanto,
lo que me apena es tu olvido
y tu traición
me sume en amargo llanto;
si vieras, estoy tan triste
que canto por no llorar;
si para tu bien te fuiste,
para tu bien
yo te debo perdonar!

Aquella tarde que yo te vi
tu estampa me gusto,
pebeta de arrabal,
y sin saber por que te segui
y el corazón te di
y fue tan solo por mi mal.
Mira si fue sincero mi querer
que nunca imagine
la hiel de tu traición.
Que solo y triste me quede
sin amor y sin fe
y derrotado el corazón.

Despues de libar traidora
en el rosal de mi amor
te marchas engañadora
para buscar
el encanto de otra flor;
y buscando la más pura,
la más linda de color,
la ciegas con tu hermosura
para después
engañarla con tu amor.

Ten cuidado, mariposa,
de los sentidos amores,
no te cieguen los fulgores
de alguna falsa pasion,
porque entonces pagaras
toda tu maldad,
toda tu traición.


Στίχοι: Celedonio Esteban Flores.
Μουσική: Pedro Maffia.
Πιάνο: Juanjo Hermida.

ΟΤΤΟ ΜΠΑΖΙΛ!



OTTO BASIL (1901-1983)


SEELE DES SOMMERS


Eh die Nacht noch und ihr Volk in Scharen
heilen Hauchs die Zäune überstiegen,
soll der Wein im Schattenkrug versiegen,
Gerten tränkend, die hineingefahren.

Kühl im Beerenbusch. Und wir gewahren
weit hinaus im Auseinanderbiegen,
wo die raunenden Arenen liegen
glüh’nd und dunkel, dürstend und agraren.

Manchmal mit dem Donner der Geräte
um die Erntewagen leise läuten
wie im Orgelbrausen schwarze Messen,

und durch Mohn und Meilenstein die Drähte
golden blinkend nach den Städten deuten
der Paläste mit metallnen Tressen.


Το υλικό της ανάρτησης μάς το έστειλε η παλιά φίλη του ιστολογίου κ. Laetitia Casta.

Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2009

ΘΑ 'ΝΑΙ ΠΛΑΤΥΣ Ο ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ


ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ


ΣΕ ΠΑΛΑΙΟ ΣΥΜΦΟΙΤΗΤΗ


Φίλε, η καρδιά μου τώρα σα να εγέρασε.
Τελείωσεν η ζωή μου της Αθήνας,
που όμοια γλυκά και με το γλέντι επέρασε
και με την πίκρα κάποτε της πείνας.

Δε θά 'ρθω πια στον τόπο που η πατρίδα μου
τον έδωκε το γιόρτασμα της νιότης,
παρά περαστικός, με την ελπίδα μου,
με τ' όνειρο που εσβήστη, ταξιδιώτης.

Προσκυνητής θα πάω κατά το σπίτι σου
και θα μου πουν δεν ξέρουν τί εγίνης.
Μ' άλλον μαζί θα ιδώ την Αφροδίτη σου
κι άλλοι το σπίτι θά 'χουν της Ειρήνης.

Θα πάω προς την ταβέρνα, το σαμιώτικο
που επίναμε για να ξαναζητήσω.
Θα λείπεις, το κρασί τους θά 'ναι αλλιώτικο,
όμως εγώ θα πιω και θα μεθύσω.

Θ' ανέβω τραγουδώντας και τρεκλίζοντας
στο Ζάππειο που ετραβούσαμεν αντάμα.
Τριγύρω θά 'ναι ωραία πλατύς ο ορίζοντας,
και θά 'ναι το τραγούδι μου σαν κλάμα.

ΤΡΑΓΟΥΔΟΥΝ ΟΙ ΚΑΝΤ ΧΗΤ


ΤΡΑΓΟΥΔΟΥΝ ΟΙ CANNED HEAT


LET'S WORK TOGETHER


Together we'll stand
Divided we'll fall
Come on now people
Let's get on the ball
And work together
Come on, come on
Let's work together
(Now now people)
Because together we will stand
Every boy, every girl and man
People, when things go wrong
As they sometimes will
And the road you travel
It stays all uphill
Let's work together
Come on, come on
Let's work together
You know together we will stand
Every boy, girl, woman and man
Oh well now, two or three minutes
Two or three hours
What does it matter now
In this life of ours
Let's work together
Come on, come on
Let's work together
(Now now people)
Because together we will stand
Every boy, every woman and man
Ahhh, come on now...
Ahhh, come on, let's work together...
Well now, make someone happy
Make someone smile
Let's all work together
And make life worthwhile
Let's work together
Come on, come on
Let's work together
(Now now people)
Because together we will stand
Every boy, girl, woman and man
Oh well now, come on you people
Walk hand in hand
Let's make this world of ours
A good place to stand
And work together
Come on, come on
Let's work together
(Now now people)
Because together we will stand
Every boy, girl, woman and man
Well now together we will stand
Every boy, girl, woman and man

ΧΑΪΝΕ!



HEINRICH HEINE (1797-1856)


WEISSE GLIEDER


Ich liebe solche weiße Glieder,
Der zarten Seele schlanke Hülle,
Wildgroße Augen und die Stirne
Umwogt von schwarzer Lockenfülle!

Du bist so recht die rechte Sorte,
Die ich gesucht in allen Landen;
Auch meinen Wert hat Euresgleichen
So recht zu würdigen verstanden.

Du hast an mir den Mann gefunden,
Wie du ihn brauchst. Du wirst mich reichlich
Beglücken mit Gefühl und Küssen,
Und dann verraten, wie gebräuchlich.



Το υλικό της ανάρτησης -κι ας λέει το ποίημα για "άσπρα μέλη"- μας το έστειλε η εικονιζόμενη φίλη του ιστολογίου με τα μαύρα. Δεν χρειάζεται, νομίζω, να γράψω το όνομά της...

ΜΑΡΙΛΙΝΑ ΡΕΜΠΟΡΑ!


MARILINA RÉBORA


ANSIEDAD


Ansia de estar un día en un puente de mando,
recibir en el rostro el castigo del viento;
sin ninguna arribada, por siempre navegando,
sin dudas ni temores, cansancio o desaliento.

Y no saber siquiera, en qué forma ni cuándo,
ha de concluir el viaje -en milagro de cuento-;
ni cuándo retornar a éste mi lecho blando,
ni a la antigua ventana, ni al dorado aposento.

Acres de sal los labios, ruda racha en la frente,
perdido el horizonte, sin destino la nave,
sin nada que la guíe, sin nadie que la oriente,

mecida por las olas, columpiada en la cresta,
apenas sobre el mástil las alas de algún ave;
sólo el rumor del mar, y Dios como respuesta.



Το ποίημα μάς το έστειλε η εικονιζόμενη φίλη του ιστολογίου κ. Kate Beckinsale.

25 ΧΡΟΝΙΑ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΗ ΤΣΙΤΣΑΝΗ



ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΙΤΣΑΝΗΣ


ΑΡΧΟΝΤΙΣΣΑ


Κουράστηκα για να σε αποκτήσω
αρχόντισσά μου μάγισσα τρελή
σαν θαλασσοδαρμένος μες στο κύμα
παρηγοριά ζητούσα ο δόλιος στη ζωή

Πόσες καρδούλες έχουν μαραζώσει
και ξέχασαν για πάντα τη ζωή
μπροστά στ' αρχοντικά σου τα στολίδια
σκλαβώθηκαν για σένα ξένοι και ρωμιοί

Αρχόντισσα τα μαγικά σου μάτια
τα ζήλεψα τα έκλαψα πολύ
φαντάστηκα, σκεφτόμουνα παλάτια
μα συ με γέμισες μαρτύριο στη ζωή

Παρασκευή 16 Ιανουαρίου 2009

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΙΒΑΝ ΝΤΕΛΛΑ ΜΕΑ



ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο IVAN DELLA MEA


CREARE DUE, TRE, MOLTI VIETNAM


A chi mi aspetta in buona o mala fede a chi mi chiede «A Cuba cos'hai visto?» risponderò «La rivoluzione». Amico ho visto la rivoluzione da L'Avana a Santiago nella gente giorno per giorno la rivoluzione uomo per uomo la rivoluzione come lotta continua nel presente. A chi mi aspetta in buona o mala fede a chi mi chiede «Fidel tu l'hai visto?» risponderò «Amico si l'ho visto sette milioni ho visto di Fidel da L'Avana a Santiago nella gente giorno per giorno sempre con Fidel uomo per uomo sempre con Fidel nella lotta continua col presente» A chi mi aspetta in buona o mala fede a chi mi chiede «Fidel ti ha parlato» io urlerò «Cuba mi ha parlato». Il dovere del rivoluzionario è solo fare la rivoluzione e sola via è la lotta armata è la guerriglia nel Vietnam come in Bolivia come nel Vietnam. A chi aspetta in sola malafede e ancora chiede «Fidel ti ha parlato» io urlerò «Cuba mi ha parlato» io urlerò «Cuba mi ha parlato». Creare due tre molti Vietnam Creare due tre molti Vietnam Creare due tre molti Vietnam. Anche di te Cuba mi ha parlato anche per te Cuba mi ha parlato contro di te Cuba mi ha parlato è nella tua fabbrica il tuo Vietnam nel tuo padrone il tuo Vietnam nella tua scuola il tuo Vietnam nella carica della polizia il tuo Vietnam. Creare due tre molti Vietnam Creare due tre molti Vietnam Creare due tre molti Vietnam. Giorno per giorno sei nel Vietnam ora per ora sei nel Vietnam contro di te Cuba mi ha parlato contro di te Cuba mi ha parlato contro di te Cuba mi ha parlato. Creare due tre molti Vietnam Creare due tre molti Vietnam Creare due tre molti Vietnam.

ΤΑ ΠΑΘΙΑ


ANDRÉ CHÉNIER (1762 – 1794)


ΤΡΑΓΟΥΔΙ


Όντας τα λέει τα πάθια του, κανένας ξαλαφρώνει.
Η ζάχαρη τ’ αψύ πιοτό λιγάκι το μερώνει.
Και της ερωτοπλήγωτης καρδούλας το φαρμάκι
με το παράπονο κι αυτό γλυκαίνεται λιγάκι.

Για το βαρύ το ντέρτι του ο νιός ξεμολογιέται
σε φίλο του, απ’ τον έρωτα κι αυτός που τυραγνιέται,
ή μοναχός του σ’ έρημα ρουμάνια και ραχούλες
στις αύρες λέει τον πόνο του, στους βράχους, στις βρυσούλες.



Μετάφραση: Νίκος Χαντζάρας.
Από το περιοδικό «», τ. Η΄, τχ. 405-406 (24.12.1931), σελ. 1277.

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΔΕ ΛΟΣ ΑΝΧΕΛΕΣ


Η VICTORIA DE LOS ÁNGELES ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ HEITOR VILLA-LOBOS: BACHIANA BRASILEIRA no 5.

Πέμπτη 15 Ιανουαρίου 2009

FIAT LUX! (και εγένετο... λαμποργκίνι λουξ)


ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ


ΤΟ ΨΙΧΑΛΟ


Σε βλέπω πάντα που κυλάς·
Για πές μου, ψίχαλο, πού πας;
Πού πας ομπρός οπίσω;
- Τον κόσμο να φωτίσω.



Αφιερωμένο στον εικονιζόμενο φίλο μου Γιώργο Γραματικάκη, που αγαπάει την ποίηση του Σολωμού, επ' ευκαιρία της "Αυτοβιογραφίας του Φωτός" που σήμερα τελείωσα την ανάγνωσή της.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΟΥΦΛΟΥΖΕΛΗΣ


ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΟΥΦΛΟΥΖΕΛΗΣ


ΠΟΥ ᾽ΣΟΥΝ ΜΑΓΚΑ ΤΟ ΧΕΙΜΩΝΑ


Πού 'σουν μάγκα το χειμώνα βρε
πού 'σουν μάγκα το χειμώνα
μάγκα πού 'σουν το χειμώνα
πού την έχεις την κρυψώνα

Ήμουνα στη γη βελόνι
ήμουνα στη γη βελόνι
ήμουνα στη γη βελόνι
που πατάς και σ' αγκυλώνει

Μπάρμπα Γιάννη σαν πεθάνεις
μπάρμπα Γιάννη σαν πεθάνεις
μπάρμπα Γιάννη σαν πεθάνεις
το τζουρά τί θα τον κάνεις

Μπάρμπα Γιάννη μπάρμπα Πέτρο
μπάρμπα Γιάννη μπάρμπα Πέτρο
μπάρμπα Γιάννη μπάρμπα Πέτρο
δεν θα παντρευτούμε και φέτο

Άναψε το κι έσβησέ το
άναψε το μπάρμπα Πέτρο
άναψε το μπάρμπα Πέτρο
το κερί το σπαρματσέτο

'Γώ τ' ανάβω 'κείνο σβήνει
'Γώ τ' ανάβω 'κείνο σβήνει
το κερί το κακομοίρι

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΓΚΙΓΙΕΡΜΟ ΦΕΡΝΑΝΤΕΣ


ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο GUILLERMO FERNANDEZ


RONDANDO TU ESQUINA


Esta noche tengo ganas de buscarla,
de borrar lo que ha pasado y perdonarla.
Ya no me importa el qué dirán
ni de las cosas que hablarán...
¡Total la gente siempre habla!
Yo no pienso más que en ella a toda hora.
Es terrible esta pasión devoradora.
Y ella siempre sin saber,
sin siquiera sospechar
mis deseos de volver...

¿Qué me has dado, vida mía,
que ando triste noche y día?
Rondando siempre tu esquina,
mirando siempre tu casa,
y esta pasión que lastima,
y este dolor que no pasa.
¿Hasta cuando iré sufriendo
el tormento de tu amor?

Este pobre corazón que no la olvida
me la nombra con los labios de su herida
y ahondando más su sinsabor
la mariposa del dolor
cruza en la noche de mi vida.
Compañeros, hoy es noche de verbena.
Sin embargo, yo no puedo con mi pena
y al saber que ya no está,
solo, triste y sin amor
me pregunto sin cesar.

FRANÇOIS VILLON


ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΚΑΛΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΗΣ

Κορμιά χρεοκοπημένα δίχως σπυρί μυαλό,
Έκφυλα και χωρίς συνείδηση καμία,
Αναίσθητα με σκάρτο το έρμο σας λογικό,
Γιομάτα μοναχά από τρέλα και βλακεία·
Που δίνετε ντροπή στο σόι σας κι ατιμία,
Που τα υστερνά σας πάντα κακά είναι και ψυχρά,
Δόλιοι, από τις πομπές σας! Δεν έχετε σταλιά
Τύψη απ’ τη φρίκη αυτής της τόσης σας κακίας;
Δέστε πώς τη ζωή τους χάσαν τόσα παιδιά
Για κρίμα ή για κλεψιά ξένης περιουσίας.

Καθένας απ’ ατός του ας νιώσει το κακό,
Και για να εκδικηθεί ας μην τον πιάνει βία.
Ξέρουμε πως σα σκλάβοι ζούμε στον κόσμο αυτό.
Υπομονή! Θαρρώ πως κάνουν ανοησία
Όσοι λεβέντες ζουν μέσα στην αμαρτία,
Κλέβοντας, ξεγελώντας, κάνοντας φονικά.
Απ’ του Θεού τη χάρη ζουν πάντα τους μακριά
Όσοι άσκεφτα χαλούν τα νιάτα τους με μίας·
Και στο ύστερο τους γρόθους σφίγγουν μ’ απελπισιά
Για κρίμα ή για κλεψιά ξένης περιουσίας.

Ποιό τ’ όφελος να ζούμε βίον υποκριτικό,
Μ’ απάτη, ζητιανιά, δόλο και ψευδορκία,
Γελώντας και φαρμάκια φτιάνοντας, στο κακό
Ζώντας, χωρίς στιγμή να βρίσκουμε ησυχία,
Και να μας τυραννούν ο φόβος κι η υποψία;
Γι’ αυτό, με λίγα λόγια, ας κάνουμε καρδιά,
Στον ίσιο δρόμο ας μπούμε –δεν είναι ακόμα αργά–
Κάτου από τη σκεπή της θείας προστασίας·
κάθε πομπή μας πέφτει στα έρμα μας γονικά
για κρίμα ή για κλεψιά ξένης περιουσίας.

Ας ζούμε φιλιωμένοι βίον ειρηνικό,
Γέροι και νιοί, ενωμένοι σ’ έναν κοινό σκοπό·
Ο νόμος το απαιτεί κι η τάξη της θρησκείας,
Να ζούμε ταχτικά, μακριά απ’ της ανομίας
Τα δίχτυα. Κι όλοι νιώστε το αυτό που θα σας πω:
Το σίγουρο λιμάνι μην παρατάμε πλιό
Για κρίμα ή για κλεψιά ξένης περιουσίας.



Μετάφραση: Σπύρος Σκιαδαρέσης.
Από το βιβλίο: FRANÇOIS VILLON, «Οι μπαλάντες κι άλλα ποιήματα», εισαγωγή, έμμετρη μετάφραση και σχόλια Σπύρος Σκιαδαρέσης, Πλέθρον, Αθήνα 1979,σελ. 111.

Το ποίημα μάς το ζήτησε η φίλη του ιστολογίου κ. Adriana Lima.

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΕΥΑ ΝΤΕΜΑΡΤΣΟΥΚ



ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η EWA DEMARCZYK


KARUZELA Z MADONAMMI


Wsiadajcie, madonny madonny
Do bryk sześciokonnych ...ściokonnych!
Konie wiszą kopytami nad ziemią.
One w brykach na postoju już drzemią.
Każda bryka malowana w trzy ogniste farbki
I trzy są końskie maści: od sufitu od dębu od marchwi.
Drgnęły madonny
I orszak konny
Ruszył z kopyta.(...)

Migają w krąg anglezy grzyw
I lambrekiny siodeł,
I gorejące wzory bryk
Kwiecisto-laurkowe.
A w każdej bryce vis à vis
Madonna i madonna
W nieodmienionej pozie tkwi
Od dziecka odchylona
— białe konie
— bryka
— czarne konie
— bryka
— rude konie
— bryka
Magnifikat!

A one w Leonardach min,
W obrotach Rafaela,
W okrągłych ogniach, w klatkach z lin,
W przedmieściach i niedzielach.
I w każdej bryce vis à vis
Madonna i madonna.
I nie wiadomo, która śpi,
A która jest natchniona
— szóstka koni
— one
— szóstka koni
— one
— szóstka koni
— one
Zakręcone!




Μουσική: Zygmunt Konieczny.
Στίχοι: Miron Białoszewski.

Τετάρτη 14 Ιανουαρίου 2009

ΤΟ ΧΕΡΙ-ΠΕΡΙΣΤΕΡΑ


FRANCESCO PETRARCA


ΡΥΑΚΙ Ή ΛΙΜΝΗ ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΕΝ, ΟΥΡΣΕ, Ή ΡΕΥΜΑ


  Ρυάκι ή λίμνη δεν υπήρχεν, Ούρσε, ή ρεύμα
ή θάλασσα, όπου τα ποτάμια τα νερά τους
εκβάλλουν, ή καν ίσκιοι μάντρας, και ψηλά τους
νεφέλες ξαπλωτές γιομάτες βρόχιο χεύμα,
  ούτε άλλο εμπόδιο πουθενά, να κάνουν νεύμα,
τα μάτια της να μην κοιτώ, το ξάστραμμά τους,
ε κ τ ό ς από το βέλο εκείνο, που η Κυρά τους
εφόρειε,  ε γ ώ  να γεύομαι του πόνου γεύμα.
  Κι εκειό το γέρσιμο του βλέμματός της φτάνει,
σεμνό ή περήφανο, μια μαύρη νά ’ρθει μέρα,
φριχτή, και πριν της ώρας μου να με πεθάνει.
  Μα πιο πολύ, θαρρώ το χέρι-περιστέρα
της Δόννας δίνει μου τον πόνο, ωσάν δρεπάνι
στα μάτια μου όταν μπρος υψώνεται ή σαν ξέρα.



Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

ΣΤΟ ΚΑΤΑΧΕΙΜΩΝΟ


ΡΗΓΑΣ ΓΚΟΛΦΗΣ


ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΑΤΙΚΟ ΜΕΛΤΕΜΙ


Καλοκαιριάτικο μελτέμι
σου αναστατώνει τα μαλλιά.
Το φόρεμά σου γοργοτρέμει
καθώς στα χείλη σου η λαλιά.

Και κάτι να μου πεις γυρεύεις
κ’ ενώ το θέλεις δεν μπορείς,
μαζί δειλιάζεις και θαρρεύεις
κι ασάλευτη μ’ αντιθωρείς.

Την αναπνοή σου κόμπος πνίγει
το γέλιο σβει σ’ ένα βυθό.
Μα φως, της όψης σου, ξανοίγει
το μαραμένο ώς τώρα ανθό.

Κ’ ενώ της μοίρας σου η ανέμη
γυρνώντας δένει τη θηλειά,
καλοκαιριάτικο μελτέμι
σου αναστατώνει τα μαλλιά...



Ειδικά για τον ΑΧΙ: Ιδού και η εμπροσθία όψις της κ. Αβιγαήλ Κλάνσυ, που διετέλεσε και girl friend του Peter Crouch, όταν αυτός έπαιζε στη Λίβερπουλ.

Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2009

ΜΟΝΤΑΛΕ!


EUGENIO MONTALE


MAESTRALE


S'è rifatta la calma
nell'aria: tra gli scogli parlotta la maretta.
Sulla costa quietata, nei broli, qualche palma
a pena svetta.
Una carezza disfiora
la linea del mare e la scompiglia
un attimo, soffio lieve che vi s'infrange e ancora
il cammino ripiglia.
Lameggia nella chiaria
la vasta distesa, s'increspa, indi si spiana beata
e specchia nel suo cuore vasto codesta povera mia
vita turbata.
O mio tronco che additi,
in questa ebrietudine tarda,
ogni rinato aspetto coi germogli fioriti
sulle tue mani, guarda:
sotto l'azzurro fitto
del cielo qualche uccello di mare se ne va;
né sosta mai: perché tutte le immagini portano scritto:
"più in là"!



Το ποίημα μάς το έστειλε η φίλη του ιστολογίου κ. Abigail Clancy ("οπισθία όψις", όπως θα έλεγε και ο Νίκος Εγγονόπουλος).

Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2009

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΠΑΤΑΣΟΥ



Η ανάρτηση αφιερώνεται στον Diatton

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η PATACHOU: LES INNOCENTS

ΟΛΕΣ ΟΙ ΘΩΠΕΙΕΣ ΕΠΙΖΟΥΝ


PAUL ELUARD


[ΣΟΥ ΤΟ ’ΠΑ ΓΙΑ ΤΑ ΣΥΝΝΕΦΑ]


Σου τό ’πα για τα σύννεφα
Σου τό ’πα για το δεντρί της θάλασσας
Για όλα τα κύματα για τα πουλιά μες στα φυλλώματα
Για τα χαλίκια του θορύβου
Για τα γνωστά μας χέρια
Για το μάτι που γίνεται τόπι ή τοπίο
Και το κομμάτι του ύπνου τού δίνει
Τον ουρανό του χρώματός του
Για όλη την πιωμένη νύχτα
Για τη γρίλλια των δρόμων
Για το ανοιχτό παράθυρο για το άθυρο μέτωπο
Σου τό ’πα για τους λογισμούς και για τα λόγια σου
Όλες οι θωπείες επιζούν
Όπως επιζεί και η εμπιστοσύνη όλη.


Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

ΤΑ ΠΕΤΑΛΑ


ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ


ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ


Τί άλλο ζητούσε ακόμη στον πέτρινο εξώστη
περιμένοντας ώρες το φεγγάρι απ’ τη θάλασσα; –
πέτρα αφομιωμένη απ΄το σκοτάδι. Κι οι νεκροί
από καιρό σωπασμένοι, αμνησίκακοι, πραγματωμένοι –
αυτός με τη βελόνα, αυτός με το πριόνι· αυτός
κατέβηκε προσεχτικά την πέτρινη σκάλα, κρατώντας
ένα μικρό λαδοφάναρο· πέρασε τη βαθιά καμάρα
φέγγοντας τις ελάχιστες προεξοχές του άδειου·
κι αυτός που πρόστρεξε στο σιδεράδικο την ίδια νύχτα
ν’ αλλάξει τα πέταλα του σκοτωμένου του αλόγου.

              Μονοβασιά, 16.Χ.76


Από το βιβλίο: Γιάννης Ρίτσος, "Μονοβασιά", Κέδρος, Αθήνα 1982, σελ. 55.

ΔΕ Σ' ΤΟ 'ΧΩ ΠΕΙ ΑΚΟΜΑ


Η ΜΑΡΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ ΘΑΝΟ ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟ


Η ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

Να γελάσεις απ’ τα βάθη των χρυσών σου ματιών
είμαστε μες στο δικό μας κόσμο.

Η πιο όμορφη θάλασσα
είναι αυτή που δεν έχουμε ακόμα ταξιδέψει.
Τα πιο όμορφα παιδιά
δεν έχουν μεγαλώσει ακόμα.
Τις πιο όμορφες μέρες μας
δεν τις έχουμε ζήσει ακόμα.

Κι αυτό που θέλω να σου πω,
το πιο όμορφο απ' όλα,
δε σ' τό 'χω πει ακόμα.



Μετάφραση: Γιάννης Ρίτσος.

ΔΙΑΒΑΖΕΙ Ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ



ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ: «ΟΙ ΑΘΑΝΑΤΟΙ»

ΓΕΪΤΣ!



WILIAM BUTLER YEATS


LEDA AND THE SWAN


A sudden blow: the great wings beating still
Above the staggering girl, her thighs caressed
By the dark webs, her nape caught in his bill,
He holds her helpless breast upon his breast.

How can those terrified vague fingers push
The feathered glory from her loosening thighs?
And how can body, laid in that white rush,
But feel the strange heart beating where it lies?

A shudder in the loins engenders there
The broken wall, the burning roof and tower
And Agamemnon dead.
Being so caught up,
So mastered by the brute blood of the air,
Did she put on his knowledge with his power
Before the indifferent beak could let her drop?


Το υλικό της ανάρτησης μάς το έστειλε η εικονιζόμενη φίλη του ιστολογίου κ. Anahi Gonzalez.

Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2009

ΜΙΑ ΧΑΡΙ ΑΦΗΚΕ ΑΠΟ ΤΑ ΩΡΑΙΑ ΤΟΥ ΝΕΙΑΤΑ


Κ.Π. ΚΑΒΑΦΗΣ


ΟΡΟΦΕΡΝΗΣ


Αυτός που εις το τετράδραχμον επάνω
μοιάζει σαν να χαμογελά το πρόσωπό του,
το έμορφο, λεπτό του πρόσωπο,
αυτός είν' ο Οροφέρνης Αριαράθου.

Παιδί τον έδιωξαν απ' την Καππαδοκία,
απ' το μεγάλο πατρικό παλάτι,
και τον εστείλανε να μεγαλώσει
στην Ιωνία, και να ξεχασθεί στους ξένους.

Α εξαίσιες της Ιωνίας νύχτες
που άφοβα, κ' ελληνικά όλως διόλου
εγνώρισε πλήρη την ηδονή.
Μες στην καρδιά του, πάντοτε Ασιανός·
αλλά στους τρόπους του και στην λαλιά του Έλλην,
με περουζέδες στολισμένος, ελληνοντυμένος,
το σώμα του με μύρον ιασεμιού ευωδιασμένο,
κι απ' τους ωραίους της Ιωνίας νέους,
ο πιο ωραίος αυτός, ο πιο ιδανικός.

Κατόπι σαν οι Σύροι στην Καππαδοκία
μπήκαν, και τον εκάμαν βασιλέα,
στην βασιλεία χύθηκεν επάνω
για να χαρεί με νέον τρόπο κάθε μέρα,
για να μαζεύει αρπαχτικά χρυσό κι ασήμι,
και για να ευφραίνεται, και να κομπάζει,
βλέποντας πλούτη στοιβαγμένα να γυαλίζουν.
Όσο για μέριμνα του τόπου, για διοίκησι -
ούτ' ήξερε τι γένονταν τριγύρω του.

Οι Καππαδόκες γρήγορα τον βγάλαν·
και στην Συρία ξέπεσε, μες στο παλάτι
του Δημητρίου να διασκεδάζει και να οκνεύει.

Μια μέρα ωστόσο την πολλήν αργία του
συλλογισμοί ασυνείθιστοι διεκόψαν·
θυμήθηκε που απ' την μητέρα του Αντιοχίδα,
κι απ' την παληάν εκείνη Στρατονίκη,
κι αυτός βαστούσε απ' την κορώνα της Συρίας,
και Σελευκίδης ήτανε σχεδόν.
Για λίγο βγήκε απ' την λαγνεία κι απ' την μέθη,
κι ανίκανα, και μισοζαλισμένος
κάτι εζήτησε να ραδιουργήσει,
κάτι να κάμει, κάτι να σχεδιάσει,
κι απέτυχεν οικτρά κ' εξουδενώθη.

Το τέλος του κάπου θα γράφηκε κ' εχάθη·
ή ίσως η ιστορία να το πέρασε,
και, με το δίκιο της, τέτοιο ασήμαντο
πράγμα δεν καταδέχθηκε να το σημειώσει.

Αυτός που εις το τετράδραχμον επάνω
μια χάρι αφήκε απ' τα ωραία του νειάτα,
απ' την ποιητική εμορφιά του ένα φως,
μια μνήμη αισθητική αγοριού της Ιωνίας,
αυτός είν' ο Οροφέρνης Αριαράθου.

ΚΑΛΑΒΡΕΖΙΚΗ ΤΑΡΑΝΤΕΛΛΑ



CHIOVU ABBALLATI

Laudatu sia lu Santu Sacramentu
Sia lodato il Santo Sacramento
e viva di lu carminu e Maria
evviva il carmine e Maria
San Pascale Baylonne prutitturi di li donne
San Pasquale Baylonne protettore delle donne
mannamillu nu maritu jancu russu e sapuritu
mandamelo un marito bianco rosso e gradevole
addi esseri tale e quali cumu a tia Santu Pascali
deve essere tale e quale a te Santo Pasquale
addi esseri tale e quali cumu a tia Santu Pascali
deve essere tale e quale a te Santo Pasquale
Si vu ciciri scippatinii
se volete ceci prendetene
ma cicerchi u’ nni tuccà
ma cicerchiata non ve ne tocca
ca li fimmini senza minni
che le donne senza seno
nun si potino ‘mmaretà
non si possono sposare
ca li fimmini senza minni
che le donne senza seno
nun si potino ‘mmaretà
non si possono sposare
E nna e nna neddra
E nna e nna neddra
quattru sordi di cacicaveddra
e nu caucio a ‘ra gunnedda
ed un calcio a quella gonnella
e ‘u mantusinu pè l’ aria và
ed il grembiule va a gambe all’aria
e nu caucio a ‘ra gunnedda
ed un calcio a quella gonnella
e ‘u mantusinu pè l’ aria và
ed il grembiule va a gambe all’aria
E ‘ra figlia di Bellavia
E quella figlia di Bellavia
che natichi tunni che minni c’avia
che natiche tonde che seni che aveva
puru la mamma ce lu dicia
pure la mamma glielo diceva
chi natichi tunni mia figlia Lucia
che natiche tonde figlia mia Lucia
puru la mamma ce lu dicia
pure la mamma glielo diceva
chi natichi tunni mia figlia Lucia
che natiche tonde figlia mia Lucia
Abballati abballati
Ballate ballate
fimmini schiati e maritati
donne nubili e sposate
e si ‘unn abballati bonu
e se non ballate basta
nun ve canto e nun ve sono
non vi canto e non vi suono
e si ‘unn abballati pulitu
e se non ballate correttamente
ce lu dicu allu vostro zitu
glielo dico al vostro fidanzato
Sciù sciù sciù quanti
Sciù sciù sciù quante
fimmini ca ci sù.
femmine che ci sono.
oi nicchiu nicchiu chi vai ntumiannu
oi forestiero che vai cercando
gaddrini ‘un ci ni stannu
non ci sono galline
nta sti contuorni
in questi dintorni
gaddrini ‘un ci ni stannu
non ci sono galline
nta sti contuorni
in questi dintorni
Ci nne’ una sula e va cantannu
Ce n’è una sola e va cantando
u patri a dittu
ma il padre ha detto
ca è piccirninna
che è piccolina
u patri a dittu
ma il padre ha detto
ca è piccirninna
che è piccolina
Abballati abballati
Ballate ballate
uommini schietti e maritati
uomini celibi e sposati
e si ‘unn abballati buono
e se non ballate bene
e si ‘unn abballati pulitu
e se non ballate come si deve
ci lu dicu a la vostra zita
glielo dico alla vostra fidanzata
e ballati cummari natredda
e ballate comare Natredda
e vu cumpari cu tammureddu
e voi compare col tamburello
e ballati cummari natredda
e ballate comare Natredda
e vu cumpari cu tammureddu
e voi compare col tamburello